Arbutus unedo
Αειθαλής θάμνος ύψους 2-3 μ. ή σπανιότερα μικρό δέντρο, με φύλλα επιμήκη, λογχοειδή ή ελλειψοειδή, μήκους έως 10 εκ., σκούρου χρώματος με οδοντωτές παρυφές.
Τα άνθη είναι σφαιρικά, έχουν συμπέταλη λευκή στεφάνη μήκους 1 εκ. και διατάσσονται σε κρεμαστές φόβες.
Οι καρποί τους είναι τα γνωστά μας κούμαρα, με διάμετρο 1,5-2 εκ. σάρκα γλυκειά και εδώδιμη με μικρές κωνικές προεξοχές.
Το χρώμα τους είναι αρχικά κίτρινο-πορτοκαλί και όταν οι καρποί ωριμάσουν γίνεται κατακόκκινο.
Είναι ένα από τα κοινότερα είδη των μεσογειακών θαμνώνων.
Οι καρποί της κουμαριάς, γνωστοί ως κούμαρα, είναι εδώδιμοι και τρώγονται στο στάδιο της πλήρους ωρίμανσης, όταν δηλαδή το χρώμα τους είναι έντονο κόκκινο, η υφή τους μαλακή και η γεύση τους γλυκεία. Οι ώριμοι καρποί έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε σάκχαρα (40%), με κύρια παρουσία της φρουκτόζης, γλυκόζης και σουκρόζης.
Στη γεύση των καρπών συμβάλλουν τα οργανικά οξέα (φουμαρικό και μαλλικό) και από τα φαινολικά οξέα το γαλλικό. Οι ταννίνες προσδίδουν στιφή και υπόπικρη γεύση. Τα κούμαρα περιέχουν ακόμα βιταμίνες: βιταμίνη C, βήτα-καροτένιο, βιταμίνη Β3 (νιασίνη) και τοκοφερόλες.
Μετά τη συγκομιδή, οι ώριμοι καρποί θα πρέπει να καταναλωθούν εντός 24 ωρών, διότι είναι ευαίσθητοι και θα αρχίσουν να αποσυντίθενται. Όταν αποκοπούν από το φυτό ενώ είναι ακόμα ανώριμοι δεν ωριμάζουν καλά. Για τους παραπάνω λόγους, είναι προτιμότερο τα κούμαρα να τρώγονται κατευθείαν από το δέντρο.