Το 2013 στην παραλία του Μακρύγιαλου Πιερίας ένας περαστικός και κάτοικος της περιοχής αντίκρισε κάτι πρωτόγνωρο. Ένα ογκώδες σκληρό πέτρωμα βρέθηκε αποκολλημένο από έναν βράχο και πεσμένο στις όχθες της παραλίας λόγω διάβρωσης. Το σχήμα του ωστόσο πρόδιδε ότι ίσως να είναι κάτι περισσότερο από ένα μεγάλο κομμάτι πέτρας… Πέντε χρόνια αργότερα, η επιστημονική κοινότητα μιλά για ένα από τα βαρύτερα -εάν όχι το βαρύτερο- απολιθώματα σπονδυλωτών ζώων στην Ελλάδα που έχουν επιχειρηθεί να ανασκαφούν και ένα από τα πιο πλήρη, πιο μεγάλα και πιο εντυπωσιακά δείγματα αυτών σε ολόκληρη την Ευρώπη. Η ανασκαφή και συντήρηση έδειξε ότι πρόκειται για μια αρσενική, χερσαία «τιτανοχελώνα» -ονομάζεται έτσι λόγω του μεγέθους της- ηλικίας από 3,5 έως 5 εκατομμυρίων ετών, η οποία ζυγίζει ενάμιση τόνο και φτάνει σχεδόν τα δύο μέτρα μήκος! Το παγκόσμιας σημασίας εύρημα, το οποίο ανήκει στη συλλογή του Μουσείου Γεωλογίας, Παλαιοντολογίας και Παλαιοανθρωπολογίας του ΑΠΘ, φιλοξενείται προσωρινά στον ειδικό πολυχώρο Nouvelle, στο Ωραιόκαστρο, στη Θεσσαλονίκη και είναι επισκέψιμο για το κοινό, ενώ στόχος είναι να μεταφερθεί μόνιμα στον τόπο «καταγωγής» του.
Η τυχαία ανακάλυψη, τα 15.000 ευρώ και το National Geographic
Ενδεχομένως το τεράστιας σημασίας εύρημα να μην έβλεπε ποτέ το φως του ήλιου εάν ο πρώην απόφοιτος του τμήματος Γεωλογίας του ΑΠΘ, με μεταπτυχιακές και διδακτορικές σπουδές στο ίδιο πανεπιστήμιο και νυν ερευνητής στο παλαιοντολογικό μουσείο Egidio Feruglio της Παταγονίας στην Αργεντινή, Βαγγέλης Βλάχος, δεν διεκδικούσε και δεν κέρδιζε το ποσό των 15.000 ευρώ από την αμερικανική «Εθνική Γεωγραφική Εταιρεία», ή την ευρέως γνωστή ως National Geographic.
«Όλα ξεκίνησαν από μια μαρτυρία ενός κατοίκου της περιοχής σχετικά με ένα δείγμα που βρέθηκε στην παραλία και αποδείχτηκε ότι ήταν όντως χελώνα. Εγώ τότε βρισκόμουν στην Αργεντινή, οπότε μόλις πληροφορήθηκα για το εύρημα, ξεκίνησα τις ενέργειες για να διεκδικήσουμε χρηματοδότηση από το National Geographic. Τελικά την πήραμε και το 2015 ξεκινήσαμε πιο συστηματικά τις ανασκαφές στην περιοχή, βγάζοντας τελικά άλλες τρεις γιγαντιαίες χελώνες από τον Μακρύγιαλο και μερικές μικρότερες από την παραλία του Αϊ-Γιάννη, που είναι δίπλα» σημειώνει. Όπως αποκαλύπτει, δεν σκέφτηκε ποτέ ότι η ενέργειά του αυτή είναι χαμένος χρόνος. «Πίστευα εξαρχής ότι θα πάρουμε τη χρηματοδότηση. Όταν έχεις να κάνεις με χελώνες δύο μέτρων, που είναι ένα εξαιρετικά εντυπωσιακό δείγμα, και οι οποίες έτσι κι αλλιώς είναι αναγνωρίσιμες από τον οποιονδήποτε, είτε ενήλικα είτε μικρό παιδί, αντιλαμβάνεσαι ότι κάτι τέτοιο φυσικά και δεν θα περάσει απαρατήρητο από το National Geographic. Την ίδια στιγμή η επιστημονική σημασία που έχουν αυτές οι χελώνες είναι μεγάλη, καθώς είναι από τα πιο ολοκληρωμένα και καλά διατηρημένα δείγματα στην Ελλάδα και την Ευρώπη, και δίνουν πολλά στοιχεία για την ίδια τη μορφολογία τους» αφηγείται.
«Οποιοσδήποτε ερευνητής μπορεί να κάνει αίτηση ατομικά. Το National Geographic έχει ένα πακέτο χρημάτων που δίνει σε νέους ερευνητές μέχρι 35 ετών, δίνοντας προτεραιότητα σε εκείνους οι οποίοι θέλουν να κάνουν εργασίες υπαίθρου. Ετοίμασα λοιπόν όλα τα απαραίτητα έγγραφα, εξηγώντας τους τη σημασία των απολιθωμάτων. Αυτό πέρασε από κρίση από τον οργανισμό του περιοδικού και άλλους ειδικούς, οι οποίοι διαπίστωσαν και ενέκριναν τα απολιθώματα του Μακρύγιαλου, και μας έδωσαν μια χρηματοδότηση για να γίνει η ανασκαφή και συντήρησή τους». Όπως εξηγεί, το ποσό των 15.000 ευρώ ήταν αρκετό για να καλύψει τα απαραίτητα έξοδα για ορισμένα εργαλεία που έπρεπε να αγοραστούν, τη διαμονή, το φαγητό και τις μετακινήσεις των ερευνητών.
Είναι η ελληνική πολιτεία… πανταχού απούσα;
«Το μόνο εύκολο είναι να δημιουργηθεί μια παρεξήγηση που θα πει κάποιος ότι αυτά τα δείγματα δεν τα φροντίζει κανείς και φεύγουν από τον τόπο τους» ή ότι μένουν σε υπόγεια του πανεπιστημίου, ή πάνε σε ιδιωτικούς χώρους. Δεν πάει πάντα έτσι» περιγράφει ο νεαρός παλαιοντολόγος. «Όλα αυτά τα απολιθώματα ανήκουν ‘επιστημονικώς’ στη συλλογή του μουσείου του ΑΠΘ. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει κάποιος επιστήμονας που φροντίζει ότι θα είναι σωστά συντηρημένα, προσβάσιμα και μελετημένα. Αυτό είναι το κομμάτι της φύλαξης των απολιθωμάτων για το οποίο αποκλειστικά αρμόδιο είναι το πανεπιστήμιο» τονίζει. Αμέσως μετά έρχεται το κομμάτι της ανάδειξης, το άνοιγμα, δηλαδή, προς την κοινωνία. Εκεί είναι που επεμβαίνει η πολιτεία. «Αυτά τα απολιθώματα είναι η πολιτιστική κληρονομιά του κάθε τόπου και πρέπει να βρίσκονται εκεί. Πολλές φορές ωστόσο δεν είναι εύκολο να γίνει κάτι τέτοιο, διότι δεν υπάρχουν οι απαραίτητες υποδομές, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι φταίει η πολιτεία, το κράτος, η περιφέρεια ή ο δήμος. Ας κοιτάξουμε το καλό και όχι το κακό της ιστορίας» υπογραμμίζει, για να συμπληρώσει: «Πριν από μερικά χρόνια βρήκαμε στην Αργεντινή το μεγαλύτερο δεινόσαυρο που πάτησε ποτέ στη Γη και δεν χωρούσε στο μουσείο! Αναγκαστήκαμε έτσι να πάρουμε το διπλανό χώρο και να τον φτιάξουμε» επισημαίνει με νόημα.
Μπορεί η χρηματοδότηση να δόθηκε από το National Geographic, τίποτα ωστόσο δεν θα ήταν εύκολο χωρίς την αμέριστη συνδρομή των τοπικών αρχών του Μακρύγιαλου και των κατοίκων της περιοχής, οι οποίοι βρισκόταν καθ’ όλη τη διάρκεια των ανασκαφών στο πλάι των ερευνητών. «Το δείγμα ήταν απίστευτα βαρύ και η παραλία στην οποία βρέθηκε ιδιαίτερα δύσβατη. Μας προμήθευσαν λοιπόν με αλιευτικές βάρκες και με τη βοήθεια σχοινιών και ιμάντων τραβήξαμε το εύρημα μέσα στο νερό μέχρι να το μεταφέρουμε στο λιμάνι. Το δείγμα έμεινε στο δημαρχείο του Μακρύγιαλου για πάνω από έναν χρόνο, έως ότου, με τη σύμφωνη γνώμη του δήμου, μεταφέρθηκε μαζί με τα υπόλοιπα στο εργαστήριο του ΑΠΘ, για να ολοκληρωθεί η συντήρηση», αφηγείται.
Οι μικροί ερευνητές
του National Geographic
Μαζί με τον επιστημονικά υπεύθυνο των ανασκαφών και της συντήρησης Βαγγέλη Βλάχο, πέντε νέοι και γεμάτοι όνειρα φοιτητές ένιωσαν ενθουσιασμένοι όταν έμαθαν ότι θα συμμετέχουν σε project, το οποίο χρηματοδοτεί το NG. «Νιώθω πολύ τυχερή που σε τόσο μικρή ηλικία έλαβα μέρος σε χρηματοδοτούμενο πρόγραμμα του National Geographic και θεωρούμαι ‘ερευνήτρια’ ενός τόσο μεγάλου οργανισμού» λέει με ικανοποίηση στη «ΜτΚ» η φοιτήτρια Γεωλογίας του ΑΠΘ Μαρία Σαλτσίδου, στόχος της οποίας είναι να εργαστεί στο μέλλον σε ένα μεγάλο μουσείο φυσικής ιστορίας του εξωτερικού ως ερευνήτρια Παλαιοντολογίας. Μαζί με τους υπόλοιπους συμφοιτητές της βοήθησαν στη συντήρηση των απολιθωμάτων στο πλαίσιο της πρακτικής τους άσκησης . «Η εύρεση αυτών των χελωνών ήταν μια εξαιρετική ευκαιρία να έρθουμε σε επαφή με την επεξεργασία απολιθωμάτων και ειδικά τόσο μεγάλων, όπως αυτές οι τιτανοχελώνες» αφηγείται από την πλευρά του ο επίσης προπτυχιακός φοιτητής Γεωλογίας Ευάγγελος Τσατσαλής. Την ίδια άποψη εκφράζει και η Ιωάννα Τσιουρλίνη, επίσης μέλος της ομάδας. «Αισθάνομαι πολύ τυχερή και γεμάτη που υπήρξα μέλος αυτής της επιστημονικής έρευνας. Είναι πολύ σημαντικό για εμάς τους νέους επιστήμονες να μας δίνονται τέτοιες ευκαιρίες. Οι τιτανοχελώνες του Μακρύγιαλου αποτελούν μοναδικά ευρήματα παγκοσμίως και λόγω του μεγέθους τους αλλά και της κατάστασης στην οποία βρέθηκαν», περιγράφει.
Όταν ο Θερμαϊκός
ήταν… μία απέραντη
στεριά «γιγάντων»
«Αυτό που ξέρουμε ως σημερινός κόλπος του Θερμαϊκού, βρισκόταν τότε πολύ νοτιότερα. Στη θέση του σημερινού Θερμαϊκού υπήρχε μια απέραντη πεδιάδα που ένωνε τους πρόποδες του τότε Ολύμπου, ο οποίος δεν ξεπερνούσε τα 1.000 μέτρα ύψος! Εκεί ζούσαν οι γιγάντιες χελώνες» αφηγείται ο κ. Βλάχος. Στον τότε Θερμαϊκό κατέληγαν τέσσερις μεγάλοι ποταμοί, οι οποίοι δημιούργησαν ένα ιδανικό περιβάλλον με πολύ νερό και άφθονη βλάστηση. «Οι χελώνες που βρήκαμε στην Ελλάδα μπορεί να μη μας λένε την αιτία θανάτου τους, μας δείχνουν, ωστόσο, τη μέγιστη εξάπλωσή τους όταν ήταν στο απόγειο της εξέλιξής τους, χωρίς να διατρέχουν κίνδυνο. Η περιοχή του Θερμαϊκού και του Μακρύγιαλου ήταν, όπως φαίνεται, ο παράδεισός τους» εξομολογείται. Η Μεσόγειος ήταν ανέκαθεν ένα «εργαστήριο» ανάπτυξης ειδών και ένα μέρος κομβικό για την εξέλιξη της ζωής στο βορειοανατολικό ημισφαίριο, συνεχίζει, συμπληρώνοντας ότι συγκεκριμένα η Ελλάδα διαθέτει ορισμένα από τα σημαντικότερα απολιθώματα στην περιοχή της Νότιας Ευρώπης και της Βόρειας Αφρικής. Τα δείγματα που κατά καιρούς ανακαλύπτονται στον ελλαδικό χώρο περιλαμβάνουν απολιθώματα προϊστορικών αλόγων, βοοειδών, ελαφοειδών, προβοσκιδωτών, σαρκοφάγων και χελωνών, ηλικίας περίπου οκτώ εκατομμυρίων ετών.
Χωρίς… εθνικό
μουσείο φυσικής
ιστορίας
Ίσως είμαστε η μοναδική χώρα στην Ευρώπη που δεν έχει εθνικό μουσείο φυσικής ιστορίας. «Πάνω από 40 χρόνια παλεύουμε για ένα τέτοιο μουσείο», εξηγεί η διευθύντρια του Μουσείου Γεωλογίας, Παλαιοντολογίας και Παλαιοανθρωπολογίας του ΑΠΘ και αναπληρώτρια καθηγήτρια στο τμήμα Γεωλογίας του πανεπιστημιακού ιδρύματος Ευαγγελία Τσουκαλά, υπενθυμίζοντας ότι δυστυχώς στην Ελλάδα η παλαιοντολογία δεν έχει πάρει ακόμη τη θέση που της αξίζει. «Σε όλα τα μουσεία φυσικής ιστορίας, σε όλο τον κόσμο, υπάρχουν ελληνικά απολιθώματα, κι εμείς εδώ δεν έχουμε ένα μεγάλο μουσείο που θα έχει συγκεντρωμένο υλικό. Χρειάζεται πολλή δουλειά ακόμη» διαπιστώνει, σημειώνοντας ωστόσο ότι τα τελευταία χρόνια οι προσπάθειες εντατικοποιούνται. «Προσπαθούμε να αναδεικνύουμε ευρήματα μέσα από τοπικές εκθέσεις. Έχουν γίνει σημαντικά βήματα, όπως ότι το πανεπιστήμιο ίδρυσε το Αριστοτέλειο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας. Το πρόβλημα είναι ότι δυστυχώς δεν έχουμε αποκτήσει την… κουλτούρα. Ίσως φταίει ότι έχουμε πολύ πλούσια αρχαιολογία, γεγονός που υποβαθμίζει την παλαιοντολογία ή πως η γεωλογία και η παλαιοντολογία δεν διδάσκονται στα σχολεία» καταλήγει. Το 2013 η καθηγήτρια Παλαιοντολογίας βραβεύτηκε με το διεθνές βραβείο «Giuseppe Sciacca» για την καθοριστική συμβολή της στις έρευνες και στις ανασκαφές στη Μηλιά Γρεβενών. Εκεί, η ανασκαφική ομάδα Τσουκαλά ανακάλυψε, το 2009, το μεγαλύτερο χαυλιόδοντα από μαστόδοντα παγκοσμίως, μήκους πέντε μέτρων και ηλικίας 3.000.000 ετών, εύρημα που απέσπασε και το βραβείο των ρεκόρ Γκίνες!
Η έκθεση
στο Ωραιόκαστρο
Από 1η Νοεμβρίου φιλοξενείται στον ειδικό πολυχώρο Nouvelle, στο Ωραιόκαστρο, μια περιοδική έκθεση στο «Περιβαλλοντικό Πάρκο Δεινοσαύρων» σχετικά με τις κλιματικές αλλαγές και πώς αυτές επηρέασαν την εξαφάνιση τέτοιων χελωνών από τον ευρωπαϊκό χώρο. Το κοινό έχει την ευκαιρία να έρθει σε επαφή και να θαυμάσει από κοντά πραγματικά απολιθώματα τιτανοχελωνών καθώς και να μάθει τη μοναδική ιστορία που συνδέει τις γιγάντιες χελώνες με την καλύτερη περίοδο που διένυσαν στη ζωή τους, τη μετανάστευση και εντέλει τον θάνατό τους. Τα δείγματα των τιτανοχελωνών έχουν παραχωρηθεί προσωρινά με μορφή δανεισμού από τη συλλογή του Μουσείου Γεωλογίας, Παλαιοντολογίας, Παλαιανθρωπολογίας του τμήματος Γεωλογίας του ΑΠΘ, μέχρι να βρεθεί ο κατάλληλος τόπος για την έκθεσή τους. Την ξενάγηση πραγματοποιούν παλαιοντολόγοι – γεωλόγοι του ΑΠΘ.