Tου Δημήτρη Σιανίδη
Δικηγόρου Κατερίνης
Δικαιολογημένη αναστάτωση και ανησυχία προκάλεσε σε πολλούς μικροϊδιοκτήτες αγροτικής γης της περιοχής του Λιτοχώρου, η πρωτοβουλία του Δήμου Δίου – Ολύμπου να τους εκτοπίσει από τις ιδιοκτησίες τους με αντίστοιχες αιτήσεις Αναφοράς – διόρθωσης, που υπέβαλλε προς το Γραφείο Κτηματογράφησης Πιερίας, ισχυριζόμενος ότι είναι κύριος μιας μεγάλης αγροτικής έκτασης 13.095 στρεμμάτων, την οποία και διεκδικεί τώρα από αυτούς, μέσω της διαδικασίας της Κτηματογράφησης.
Ο Δήμος Δίου – Ολύμπου επικαλείται ότι είναι κύριος της έκτασης αυτής, με βάση αμετάκλητη απόφαση του Εφετείου Θεσ/νίκης, η οποία εκδόθηκε μετά από μακρόχρονο δικαστικό αγώνα που είχε με το αντίδικό του Ελληνικό Δημόσιο.
Αναδεικνύεται συνεπώς με αφορμή το πρόσφατο αυτό γεγονός, για μια ακόμα φορά η ανικανότητα του Κράτους (αλλά και των Ο.Τ.Α.) να απογράψει, να οριοθετήσει και εν τέλει να κτηματολογήσει την ακίνητη περιουσία του εδώ και πολλά χρόνια, λαμβάνοντας υπόψη το είδος και τη μορφή των κοινόχρηστων εκτάσεων της κάθε γεωγραφικής περιοχής, την πραγματοποιούμενη χρήση τους από κατοίκους της περιοχής, (που σε πολλές περιπτώσεις ανάγονται στα χρόνια της Τουρκοκρατίας) και με γνώμονα την ανάγκη να προωθηθεί και να αναπτυχθεί η αγροτική – κτηνοτροφική οικονομία και η ήπια δασική εκμετάλλευση της ορεινής γης.
Η αμετάκλητη απόφαση του Εφετείου Θεσ/νίκης, ανατρέπει θεωρητικά όχι μόνο την κυριότητα του Δημοσίου (δηλαδή του ίδιου του Κράτους) αλλά και αναρίθμητες συμβολαιογραφικές πράξεις μεταβίβασης, από εκατοντάδες καλόπιστους ιδιοκτήτες οι οποίοι αγόραζαν τις αγροτικές εκτάσεις, γνωρίζοντας ότι προέρχονται από οριστικές διανομές του Υπουργείου Γεωργίας, το οποίο μάλιστα είχε εκδώσει από ετών οριστικούς τίτλους κυριότητας επ’ ονόματι ακτημόνων καλλιεργητών της περιοχής του Λιτοχώρου.
Πώς θα προστατευθούν οι ιδιοκτήτες:
Κατ’ αρχήν πρέπει να ειπωθεί ότι η με αρ. 1216/2006 απόφαση του Εφετείου δεν αποτελεί δεδικασμένο για τους ιδιοκτήτες της διεκδικούμενης αγροτικής γης της περιοχής του Λιτοχώρου. Το γεγονός ότι ο Δήμος αναγνωρίσθηκε ιδιοκτήτης της έκτασης των 13.095 στρεμμάτων ισχύει και δεσμεύει μόνο το Ελληνικό Δημόσιο και όχι και τους μέχρι τώρα ιδιοκτήτες που δεν μετείχαν στη δίκη. Και αυτό βάσει της δικαιϊκής αρχής ότι το δεδικασμένο της πολιτικής δίκης δεν ισχύει απέναντι σε εκείνον που απέκτησε δικαιώματα με μεταβίβαση από μη δικαιούχο, όπως συμβαίνει και στην προκείμενη περίπτωση με τους πιο πάνω ιδιοκτήτες.
Περαιτέρω με την παρ. 10 του άρθρου 37 του Ν. 4235/2014 ορίσθηκε ότι οι Δήμοι δεν μπορούν να προβάλλουν δικαιώματα κυριότητας στα δημοτικά ακίνητα, τα οποία με βάση την αγροτική νομοθεσία και με διοικητικές πράξεις παραχωρήθηκαν σε δικαιούχους αποκατάστασης, και οι πράξεις αυτές της παραχώρησης θεωρούνται έγκυρες και ισχυρές.
Πολλοί από τους μικροϊδιοκτήτες του Λιτοχώρου έλκουν την κυριότητά τους στα αγροτεμάχια από παραχωρησιούχους – κληρούχους, οι οποίοι τα απέκτησαν από το Ελληνικό Δημόσιο με την οριστική διανομή των ετών 1968 – 1970 και αφού είχε προηγηθεί η με αρ. 37/1963 σχετική απόφαση της Επιτροπής Απαλλοτριώσεων Κατερίνης. Εννοείται ότι στο όνομα των κληρούχων αυτών, είχαν εκδοθεί οριστικοί τίτλοι κυριότητας, συνεπώς ουδεμία αμφισβήτηση μπορούσε να γεννηθεί ότι το Δημόσιο ήταν ο αδιαφιλονίκητος κύριος των παραχωρούμενων στους κληρούχους – ακτήμονες, εκτάσεων.
Σε κάθε περίπτωση τόσο οι κληρούχοι των αγρών όσο και οι μεταγενέστεροι ιδιοκτήτες, (φυσικά ή και νομικά πρόσωπα), οι οποίοι τους αγόραζαν με οριστικό συμβόλαιο, είχαν την ακλόνητη πίστη – πεποίθηση ότι οι πωλητές – δικαιοπάροχοί τους και απώτερα και το Ελληνικό Κράτος είχαν στην ιδιοκτησία τους την μεταβιβαζόμενη έκταση.
Εξάλλου το οριστικό συμβόλαιο αποτελεί δημόσιο έγγραφο και τεκμήριο περί της αλήθειας των όσων αναφέρονται στο περιεχόμενό του.
Αλλά ακόμα και εάν ο Δήμος Δίου – Ολύμπου προσβάλλει ως αντισυνταγματική την πιο πάνω διάταξη του νόμου Ν. 4235/2014, με το επιχείρημα ότι με αυτήν επιχειρείται από το Νομοθέτη ένας ανεπίτρεπτος συνταγματικά φραγμός στη διεκδίκηση της ακίνητης περιουσίας του, την οποία έχει, όπως αναφέρθηκε, με αμετάκλητη δικαστική απόφαση, προγενέστερη του νόμου, οι ιδιοκτήτες που αγόρασαν με οριστικά και μεταγεγραμμένα στο Υποθηκοφυλακείο συμβόλαια, στο χρονικό διάστημα μέχρι την τελεσιδικία της αποφάσεως του Εφετείου και πάλι προστατεύονται επαρκώς με βάση την αρχή της ασφάλειας δικαίου, η οποία αποσκοπεί στην συνεχή, συνεπή και σταθερή εξέλιξη του δικαίου, αποκλείοντας τις αιφνίδιες μεταβολές.
Ακόμα δηλαδή και εάν σε μια (κτηματολογική) δίκη, που θα επιχειρούσε ο Δήμος κατά των ιδιοκτητών αγρών της περιοχής του Λιτοχώρου, αναγνωρίζονταν ότι αυτός είναι ιδιοκτήτης όλης της έκτασης των 13.095 στρεμμάτων και πάλι τα συμβόλαια που έχουν στα χέρια τους οι ιδιοκτήτες δεν θα μπορούσαν να ακυρωθούν και ως εκ τούτου η κυριότητα στις αγροτικές εκτάσεις που αναφέρονται στα συμβόλαια θα παρέμενε αδιατάρακτη υπέρ των ιδιοκτητών – κατόχων των συμβολαίων. Αυτό, απορρέει ευθέως και από τα άρθρα 1203, 1204 και 184 του Α.Κ., τα οποία προστατεύουν αυτόν που με καλή πίστη απέκτησε ακίνητο από μη κύριο, θεωρώντας πεπλανημένα ότι ο πωλητής και γενικά ο προκάτοχός του, ήταν ο πραγματικός κύριος του ακινήτου.
Συντονισμένα επομένως και με νομικά επιχειρήματα οι θιγόμενοι ιδιοκτήτες θα πρέπει να προβάλλουν τους ισχυρισμούς τους κατά των αιτήσεων αναφοράς (διόρθωσης κτηματολογικών εγγραφών) που τους έχουν κοινοποιηθεί από το Δήμο Δίου – Ολύμπου, έτσι ώστε και με αποφάσεις των Κτηματολογικών Επιτροπών, στις οποίες θα παραπεμφθεί τελικά η αντιδικία τους με το Δήμο, να κατοχυρώσουν τις εγγραφές τους στο Κτηματολόγιο και να μην εκτοπισθούν από τον Δήμο. Και τούτο διότι έχουν αποκτήσει τα αγροτεμάχιά τους με οριστικά συμβόλαια, θεωρώντας καλόπιστα ότι αυτά προέρχονται από οριστικές διανομές των Επιτροπών Απαλλοτριώσεων Κατερίνης για την αποκατάσταση των ακτημόνων και ως εκ τούτου ήταν στην αρχική ιδιοκτησία του Ελληνικού Δημοσίου.