Τα Θεοφάνεια στο Λιτόχωρο
ΤΑ … ΚΥΡΙΕΛΕΗΣΑ
Τα Θεοφάνεια, αυτή τη μεγάλη γιορτή της Χριστιανοσύνης, την γιορτάζουν στο Λιτόχωρο, όσο καμιά άλλη. Η κάθε εκκλησία στολίζεται με γιρλάντες φτιαγμένες από κισσούς. Από ‘κει κρέμονται που και που λεμόνια, μήλα και πορτοκάλια χρυσωμένα.
Στο μέσον της Εκκλησίας τοποθετούν την εικόνα της Βάφτισης του Χριστού και πλάι της φυτεμένο σε μια γλάστρα ένα δένδρο λεμονιάς ή πορτοκαλιάς. Το έθιμο είναι παρμένο από το εξώφυλλο του Ευαγγελίου που παριστάνει ένα δέντρο με καρπούς και συμβολίζει την Εκκλησία και τους καρπούς της διάδοσης της Χριστιανοσύνης.
Όταν τελειώσει η Λειτουργία της Εκκλησίας, κατεβαίνει όλο το χωριό στον λάκκο του Ενιπέα για να ρίξουν τον Σταυρό σε μια δεξαμενή.
Προπομπός ένα παιδί που κρατά τον Σταυρό στολισμένο με μήλα και πορτοκάλια και πλαισιωμένο από τα Σίχνα (Λάβαρα). Η κάθε Εκκλησία έχει το δικό της Σίχνο με ιδιαίτερα στολίδια. Ακολουθούν οι παπάδες της κάθε Εκκλησίας με το Ευαγγέλιό της, η χορωδία των ψαλτών και τελευταίο το πλήθος των πιστών. Όταν συγκεντρωθούν όλοι στην Πλατεία του χωριού, αρχίζουν και κατεβαίνουν προς το ποτάμι του Ενιπέα, ψέλνοντας το Κύριε Ελέησον.
Εκεί υπάρχει μια μεγάλη δεξαμενή γεμάτη νερό, τις περισσότερες φορές παγωμένο λόγω εποχής (6 Ιανουαρίου) και γιατί κατεβαίνει από τον Όλυμπο λιωμένο χιόνι.
Όταν ο Δεσπότης ρίχνει τον Σταυρό, τα πιο γερά παλικάρια του χωριού πέφτουν μέσα ντυμένα. Ξαφνικά βλέπεις την δεξαμενή ν’ αχνίζει από τα ζεστά νεανικά κορμιά τους, ώσπου να βρεθεί ο Σταυρός.
Πετούν τα άσπρα περιστέρια σε αναπαράσταση της παρουσίας του Αγίου Πνεύματος και όλοι μαζί με τις χορωδίες ψέλνουν ξανά το Κύριε Ελέησον, συνοδεύοντας τον νέο που βρήκε τον Σταυρό στην Εκκλησία για να τον παραλάβει ο παπάς να φωτίσει το πλήθος.
Το θέαμα είναι εντυπωσιακό με όλο αυτό το πολύχρωμο πλήθος, τα πανύψηλα Σίχνα και με φόντο τον Όλυμπο, μεγαλοπρεπή και πάντα χιονισμένο.
Πολλές φορές το καλοκαίρι και όταν είχε ανομβρία υπήρχε κίνδυνος να ξεραθούν οι σοδιές και να χαλάσουν τα αμπέλια. Γι’ αυτό το τσίπουρο και το κρασί που έφτιαχνε η κάθε οικογένεια αναγκαζόταν να τ’ αγοράσουν από τα γειτονικά χωριά. Μπροστά σ’ αυτόν τον κίνδυνο η γιαγιά μου, πάντοτε πρωτοστάτης στα εκκλησιαστικά, συγκέντρωνε κάποιο απόγευμα τις γυναίκες του χωριού, που ήταν όλες φιλενάδες της, στην Εκκλησία.
Τότε η γιαγιά μου τις έλεγε με την τοπική Λιτοχωρίτικη λαλιά της:
«Ά, κουρίτσια πήρατι μαζί σας τα παρασόλια;».
«Ναι, θεια Πιλαγία, τα πήραμι», απαντούσαν τα κουρίτσια, που ήταν όλες τους πάνω από 70 χρονών.
Τότε έβγαινε και ο παπάς με την εικόνα του Αγίου Διονυσίου προστάτη αγίου και άρχιζε η Λιτανεία γύρω από την ενορία. Η γιαγιά Ζαχαρατζού (γιατί ο παππούς μου ήταν Ζαχαροπλάστης) άρχιζε με την ψιλή κοριτσίστικη φωνή της να ψέλνει τα Κυριελέησα.
Κύριε Ελέησον
Κύριε Ελέησον
Κύριε Ελέησον
και επαναλαμβάνουν όλες μαζί σαν κόρο αρχαίας τραγωδίας. Σχεδόν φτάνοντας στον γυρισμό κοντά στον περίβολο της Εκκλησίας άρχισαν να πέφτουν και οι πρώτες ψιχάλες της βροχής.
Η πίστη τους στον Άγιο έκανε το θαύμα της. Τα παρασόλια εν τω μεταξύ είχαν όλα ανοίξει για να προστατέψουν τις θεοσεβούμενες μορφές τους, κι έτσι η σοδιά ήταν πάντα καλή.
Σωτήρης Μασταγκάς