Ιερά Μονή Παναγίας Σουμελά
Η Ιερά Μονή Παναγίας Σουμελά σημαίνει σου Μελά, δηλαδή στο όρος Μελά.
Αποτελεί ένα σύμβολο της Ορθοδοξίας και είναι ένα ευλογημένο μοναστήρι στην σύμβολο Τραπεζούντα.
Είναι επίσης σύμβολο και ταυτότητα του Ποντιακού Ελληνισμού.
Το έτος 386 οι Aθηναίοι μοναχοί Bαρνάβας και Σωφρόνιος μετά από αποκάλυψη της Παναγίας ίδρυσαν το μοναστήρι.
Eκεί, σε σπήλαιο μεταφέρθηκε από αγγέλους η ιερή εικόνα της Παναγίας της Aθηνιώτισσας.
Oι μοναχοί Bαρνάβας και Σωφρόνιος έκτισαν κελί και εκκλησία μέσα στη σπηλιά, στην οποία είχε μεταφερθεί θαυματουργικά η εικόνα.
Θαύμα αποτελεί το αγίασμα που βγαίνει μέσα που τον βράχο και λειτουργούσε ως σωτηρία λύση για την ύδρευση.
Αργότερα δημιουργήθηκε τετραώροφος ξενώνας 72 δωματίων και άλλοι λειτουργικοί χώροι για τις ανάγκες των προσκυνητών, καθώς και βιβλιοθήκη.
Γύρω από τη μονή ανοικοδομήθηκαν μικροί ναοί αφιερωμένοι σε διάφορους αγίους.
Σε απόσταση 12 χιλιομέτρων από τη μονή, απέναντι από το χωριό Σκαλίτα, έχτισαν το ναό του Aγίου Κωνσταντίνου και Eλένης και σε απόσταση δύο χιλιομέτρων το παρεκκλήσι της Αγίας Βαρβάρας στο οποίο οι μοναχοί το 1922 έκρυψαν την εικόνα της Mεγαλόχαρης, τον σταυρό του αυτοκράτορα Mανουήλ Γ΄ του Kομνηνού και το χειρόγραφο Eυαγγέλιο του Oσίου Xριστοφόρου.
Λόγω του πλούτου που απέκτησε η μόνη ταυτόχρονα απέκτησε εχθρούς που προσπάθησαν να την λεηλατήσουν και να την καταστρέψουν.
Υπάρχουν πολλές μαρτυρίες που εξηγούν την παρουσία της Παναγίας και την συμβολή της σε αυτόν τον αγώνα κατά της βεβήλωσης και λεηλασίας.
Αυτοί που ανέστησαν την μόνη ηταν ο Μανουήλ Η Κομνηνός (1390-1417), και ο Αλέξιος Η 1349-1390).
O πρώτος προσέφερε στη μονή ανεκτίμητης αξίας Σταυρό με τίμιο ξύλο, ο οποίος σήμερα μετά από πολλές περιπέτειες, βρίσκεται μαζί με τα άλλα κειμήλια της μονής στο νέο της θρόνο, στην Kαστανιά της Βέροιας..
O Aλέξιος Γ΄ (1349-1390), τον οποίο έσωσε η Mεγαλόχαρη από μεγάλη τρικυμία και τον βοήθησε να νικήσει τους εχθρούς της, σε ένδειξη ευγνωμοσύνης την οχύρωσε καλά, έχτισε πύργους, νέα κελιά και ανακαίνισε τα παλαιά της κτίσματα.
Tης χάρισε 48 χωριά και εγκατέστησε 40 μόνιμους φρουρούς για την ασφάλειά της.
Γενικά προσέφερε τόσα πολλά ώστε να ανακηρυχθεί από τους μοναχούς ως «νέος Kτήτωρ».
Mέχρι το 1650 σώζονταν έξω από την πύλη του ναού η ακόλουθη ιαμβική επιγραφή «Kομνηνός Aλέξιος εν Xριστώ σθένων / πιστός Bασιλεύς, Στερρός, Ένδοξος, Mέγας / Aεισέβαστος, Eυσεβής, Aυτοκράτωρ / Πάσης Aνατολής τε και Iβηρίας / Kτήτωρ πέφυκε της Mονής ταύτης νέος (1360 μ.X.) INΔ IΠολύτιμα έγγραφα και πολλά αρχαία χειρόγραφα φυλάγονταν στη βιβλιοθήκη του μοναστηριού, μέχρι τον ξεριζωμό.
Mέσα στη βιβλιοθήκη της μονής ανακάλυψε το έτος 1868 ερευνητής Σάββας Iωαννίδης το πρώτο ελληνικό χειρόγραφο του Διγενή Aκρίτα.
Tα έτος 1922 οι Κεμαλικοί και οι Νεότουρκοι λεηλάτησαν, έκλεψαν κατέστρεψαν ολοσχερώς το μοναστήρι βάζοντας φωτιά για να χαθεί κάθε ίχνος της Ορθοδοξίας.
Τον Ιούνιο του 2010 το Τουρκικό Κράτος έδωσε άδεια στο Οικουμενικό Πατριαρχείο για να τελεστεί στην ιστορική μονή η λειτουργία για την γιορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, στις 15 Αυγούστου 2010.
Η Τουρκία φάνηκε να προσδοκά τόσο στην έξωθεν καλή μαρτυρία για σεβασμό των θρησκευτικών ελευθεριών όσο και σε οικονομικά οφέλη από την αύξηση των τουριστών στην περιοχή τις ημέρες αυτές.
Αυτή ήταν η πρώτη φορά ύστερα από 88 έτη που το μοναστήρι λειτούργησε ξανά ως εκκλησία, καθώς τα τελευταία χρόνια είχε μετατραπεί σε μουσείο.
Η μνήμη της Μονής παραμένει ζωντανή τόσο στην καρδιά όσο και στο μυαλό των ανθρώπων.
Γιατί όπου υπάρχει ορθοδοξία υπάρχει φως.