Ξεκινώ με αυτό που έγραψε ο Επίκουρος:
“Όπως η αρετή έτσι και η φιλία δεν μπορεί να χωριστεί από την ηδονή. Επειδή η μοναξιά και η ζωή χωρίς φίλους είναι γεμάτη επιβουλές και κινδύνους, η ίδια η λογική υπαγορεύει να εφοδιαστούμε με φιλίες. Εάν τις αποχτήσουμε, ο νους αισθάνεται ασφάλεια. Κι όπως η εχθρότητα, ο φθόνος και η περιφρόνηση αντιμάχονται την ηδονή, έτσι και οι φιλίες είναι η πιο πιστές εγγυήτριες και γεννήτρες ηδονής τόσο για εμάς τους ίδιους όσο και για τους φίλους.” –
Και προσθέτω την γνωστή του εντυπωσιακά διαχρονκιά εύστοχη πρόταση:
“Δεν πρέπει να μας απασχολεί τι τρώμε και τι πίνουμε, αλλά με ποιους τρώμε και με ποιους πίνουμε.”
Οι αρχαίοι μας πρόγονοι έλεγαν «ο φίλος τον φίλο εν πόνοις και κινδύνοις ου λείπει» ενώ εμείς οι σύγχρονοι Έλληνες συνήθως λέγαμε και λέμε «πες μου τον φίλο σου, να σου πω ποιος είσαι»
Θα σας ξαφνιάσω προτρέποντάς σας, φιλικά, να μη λεμε «πες μου τον φίλο σου» αλλά να λέμε «κοίτα τον φίλο σου για να δεις ποιος είσαι»
Στην εποχή μας, εγωπάθεια, κυνισμός και συναισθηματική ρηχότητα, συνεπικουρούμενα και από τη οικονομική δυσπραγία, την διάχυτη πλέον για όλους επαγγελματική και ψυχολογική ανασφάλεια και το υπαρξιακό άγχος, αντί να δρουν θετικά και να μας καθοδηγούν στη σύναψη φιλικών σχέσεων (που θα βοηθήσουν να μειωθεί η οδυνηρή μοναξιά και η αλλοτρίωσή μας) δυστυχώς δρουν ανασταλτικά, εντείνοντας την απομόνωσή μας, διογκώνοντας επικίνδυνα την εσωστρέφειά μας και τις εξαρτήσεις μας από το εντυπωσιακό μέσο μαζικής επικοινωνίας – (προτιμώ τον τίτλο «Μαζικού Εκμαυλισμού» την τηλεόραση).
Οι άνθρωποι είμαστε κοινωνικό οντα και η διαπίστωση του Αριστοτέλη για την “αγελαία φύση” μας έχει επιβεβαιωθεί με σύγχρονες έρευνες κοινωνιολόγων και ψυχολόγων ως επιστημόνων της συμπεριφοράς, για τους οποίους δεν αρκεί η διαπίστωση ούτε και η ανάλυση των απώτερων νοημάτων που περικλείονται στην παροιμιακή φράση “όμοιος ομοίω αεί πελάζει”
Τρία επίμαχα πρόσθετα ερωτήματα σχετίζονται με τη διαχρονική ισχύ και τις προϋποθέσεις αυτής της θέσης, το γιατί, το πότε και το κάτω από ποιες συγκεκριμένες συνθήκες “ο όμοιος πηγαίνει στον όμοιο”
Σε εργαστηριακά πειράματα “απομόνωσης των αισθήσεων” αυτοί που συμμετέχουν αναφέρουν όχι μόνο επιθέσεις άγχους, αλλά κι εδώ θα πω ότι απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή, παραισθήσεις όμοιες με εκείνες που κάνουν απομονωμένοι άνθρωποι, δηλαδή παραισθήσεις “παρουσίας” κάποιου προσώπου που τους κρατά “συντροφιά”. Στα πειράματα αυτά, το υποκείμενο στερείται, όλα τα εξωτερικά οπτικά και ακουστικά ερεθίσματα, καθώς και ερεθίσματα οσμής και γεύσης, ακόμη και αφής.
Αφηγήσεις από προσωπικές εμπειρίες ναυαγών, φυλακισμένων που έζησαν σε αυστηρή απομόνωση για πολύ καιρό, όπως και μοναχών, πιστοποιούν ότι στο διάστημα της μοναξιάς τους, είχαν επιθέσεις άγχους (ταχυπαλμίες, ναυτίες, σφιξίματα στο στήθος, τάση λυγμού, αστάθειες και ζαλάδες και μια έντονη διάχυτη αίσθηση φόβου και πανικού) χωρίς να υπάρχει στο αντικειμενικό περιβάλλον έστω και η παραμικρή υποψία κινδύνου.
Ήδη γνωρίζουμε ότι το άγχος του αποχωρισμού δρα ανασταλτικά στον ψυχισμό και τη συμπεριφορά πολλών μικρών παιδιών, που αρχίζουν να παρακολουθούν σχολείο, όπως και σε παιδιά ακόμη μικρότερης ηλικίας, που τα εμπιστεύονται οι εργαζόμενοι γονείς τους σε βρεφονηπιακούς σταθμούς.
Να υποθέσουμε, λοιπόν, ότι ένας θεμελιακός παράγοντας για την κοινωνικότητα του ανθρώπου, την ανάγκη του για παρέες, φιλίες και ερωτικούς δεσμούς, συνίσταται στην προσπάθεια αποφυγής της μοναξιάς και του “άγχους του αποχωρισμού;” Η υπόθεση αυτή είναι ορθή και δεν αποτελεί μόνο λαϊκή εμπειρική γνώση, αλλά έχει επαληθευθεί με θεωρίες που υποβλήθηκαν σε αυστηρούς ελέγχους με μια σωρεία εμπειρικών μελετών, όπως διαγράφονται από τις απαιτήσεις της κοινωνιολογίας και της ψυχολογίας.
Γιατί, όμως, κάποιο συγκεκριμένο πρόσωπο μέσα από το ευρύτερο περιβάλλον των γνωριμιών μας απολήγει να γίνει επιστήθιος φίλος, εραστής ή ακόμη και σύζυγός μας;
Σίγουρα, το γεγονός ότι το συγκεκριμένο άτομο μας ικανοποιεί συνιστά τη βάση σύναψης φιλίας. Αποτελεί κοινή αποδοχή η διαπίστωση ότι μόνο άτομα με ψυχολογικά προβλήματα θα επέλεγαν για σύντροφό τους άτομα που τα “τιμωρούν” και, έστω αν όλοι μας γνωρίζουμε τέτοιες περιπτώσεις, ουσιαστικά αυτές επιβεβαιώνουν και δεν αναιρούν τον κανόνα.
Μοιάζει η επιλογή ενός φίλου (ή μιας φίλης, ακόμη και συντρόφων), σύμφωνα με τις σύγχρονες ψυχοκοινωνικές θεωρίες, σε πολλές της διαστάσεις, με την οικονομική συνεργασία ή συναλλαγή χωρίς βέβαια να χαρακτηρίζεται από την ψυχρότητα ή την πεζότητα των οικονομικών παραμέτρων.
Ομολογώ ότι αρκετά χρόνια πριν, σε κάποιο επιστημονικό συνέδριο του εξωτερικού, έφτασα σε σημείο να λογομαχήσω με Ελβετό συνάδελφο, όταν ανερυθρίαστα, κατά την αρχική εκτίμησή μου, υπεστήριξε ότι «η φιλία είναι σαν έναν τραπεζικό λογαριασμό». Σηκώθηκα να τον επιπλήξω, αλλά με καθησύχασε υπενθυμίζοντάς μου το κλασικό μας «πάταξον μεν, άκουσον δε»
Επέμενε ο Χανς (έκτοτε αγαπητός και καλός φίλος) ότι «όπως και με τους τραπεζικούς λογαριασμούς, έτσι και με την φιλία δεν μπορεί κανείς να κάνει ΜΟΝΙΜΩΣ αναλήψεις, εάν δεν κάνει πού και πού και καταθέσεις!»
Αρχικά ακούστηκε πεζό και με έλλειψη συναισθήματος αυτό που είπε ο Χανς αλλά στη συνέχεια αποδείχνεται…ΣΩΣΤΟ!..
Επιλέγουμε, εμείς οι σύγχρονοι Έλληνες, για σύντροφο και φίλο το άτομο, που μας προσφέρει περισσότερα, από όσο μας κοστίζει! Στη θεωρία, αυτή η επιλογή μας καθορίζεται από τις αξίες που ενσαρκώνονται στο πρόσωπο που επιλέγουμε. Διαλέγοντας ένα άνθρωπο που είναι ενδιαφέρον, διαθέτει πλούσια φαντασία και έχει τις δυνατότητες να μας εισαγάγει σε νέους κύκλους γνωριμιών ή δραστηριότητες, ενεργούμε με βάση το κριτήριο της «ερεθιστικής του αξίας».
Όταν το πρόσωπο είναι συνεργάσιμο και μας βοηθά, διαθέτει μπόλικο ενθουσιασμό και θυσιάζει για εμάς ώρες και ενέργεια υποβοηθώντας μας να επιτύχουμε τους στόχους μας, τότε ενεργούμε με βάση «την χρησιμότητά του».
Τελικά, το άτομο που μας συμπαραστέκεται, μας ενθαρρύνει στις δύσκολες στιγμές μας και μας επιβραβεύει αναγνωρίζοντας τις επιτυχίες μας, το διαλέγουμε επειδή ενισχύει «το ψυχολογικό μας εγώ».
Στην ψυχοδυναμική θεωρία καθοριστικό ρόλο και στοιχείο αποτελεί και η βιωματική υποσυνείδητη οντότητα του ατόμου. Προσωπικά ανήκω σε εκείνη την ομάδα συναδέλφων κοινωνιολόγων και ψυχολόγων που πιστεύουμε, όπως και ο Σωκράτης και ο Πλάτωνας, ότι στο κάθε άτομο υπάρχει ένα συγκεκριμένο αρχέτυπο, ένα είδος “ιδεώδους εαυτού” αναφορικά με άνδρες και γυναίκες που του ταιριάζουν.
Επιστρέφω στο κλασικό μας λαϊκό απόφθεγμα που δηλώνει ευρηματικά, «πες μου το φίλο σου, να σου πω ποιός ή ποιά είσαι» και, όπως δήλωσα στην αρχή του σημερινού άρθρου μου προτείνω εφεξής να λέμε, «κοίτα τον φίλο σου, για να δεις ποιός ή ποιά είσαι» Κοιτώντας τον φίλο σου θα μπορέσεις να αξιολογήσεις τα δικά σου βιώματα, συμπλέγματα, ανάγκες και διαδικασίες που σε οδήγησαν στην συγκεκριμένη επιλογή σου.
Και εάν διαπιστώσεις, όπως μου δηλώνουν πολλοί και πολλές συνομιλητές μου ότι είσαι παντελώς «ά-φιλος ή ά-φιλη», τότε το θέμα απαιτεί πολύ ψάξιμο, καθώς στη σύγχρονη μοναξιά των ελληνικών αστικών κέντρων, των μεγαλουπόλεων, δεν φτάνουν τηλεόραση και βίντεο για να ικανοποιήσουν τις ψυχοκοινωνικές μας ανάγκες για αυθεντική ανθρώπινη επαφή, που δεν μπορεί να ολοκληρωθεί εάν δεν ξεπεράσουμε την επιδερμίδα μας.