Η εφαρμογή των τριετιών δεν είναι εθελοντική, αλλά υποχρεωτική. Πρόκειται για εν ισχύ νόμο του κράτους, με εφαρμογή από την 1η Ιανουαρίου του 2024.
Η μη καταβολή «τριετίας» δεν αποτελούσε αντικείμενο ελέγχων από τους Επιθεωρητές Εργασίας μετά το 2012, καθώς είχε ανασταλεί η εφαρμογή τους. Με το «ξεπάγωμά» τους όμως από την 1η Ιανουαρίου, η καταβολή των τριετιών θα αποτελεί ένα από τα πεδία των ελεγκτών της Ανεξάρτητης Αρχής Επιθεώρησης Εργασίας (πρώην Σ.ΕΠ.Ε.).
Σημειωτέον ότι η προϋπηρεσία αποδεικνύεται από τα βιβλιάρια κύριας ή άλλης επικουρικής ασφάλισης του εργαζόμενου ή από επίσημα δημόσια έγγραφα, τα βιβλιάρια ενσήμων, τις μισθολογικές καταστάσεις, τις βεβαιώσεις προϋπηρεσίας εργοδοτών κ.λπ..
Όσον αφορά στο βάρος απόδειξης των σχετικών προϋποθέσεων για την καταβολή του επιδόματος προϋπηρεσίας, ο Άρειος Πάγος ήταν σαφής στην απόφαση 315/2014, όπου και εδήλωσε ότι το βάρος απόδειξης φέρει ο εργαζόμενος.
Η εκπλήρωση της υποχρέωσης του εργοδότη να καταβάλει μισθολογικές προσαυξήσεις που προβλέπονται από ειδικές διατάξεις και συνδέονται με προσωπικές συνθήκες του εργαζομένου, όπως η προϋπηρεσία, ή η ιδιότητά του ως εγγάμου, προϋποθέτει ότι ο υπόχρεος εργοδότης τελεί εν γνώσει των συνθηκών αυτών.
Απαιτείται γνωστοποίηση των συνθηκών (μη ενεχομένου του εργοδότου για τον προηγούμενο χρόνο), εκτός αν αποδειχθεί ότι ο ίδιος ο εργοδότης έχει με άλλο τρόπο λάβει γνώση των συνθηκών αυτών.
O χρόνος προϋπηρεσίας των εργαζομένων είναι προϋπόθεση για την καταβολή του επιδόματος προϋπηρεσίας, εφ’ όσον αποδεδειγμένα τη γνωστοποιεί ο εργαζόμενος στον εργοδότη. Η δε γνωστοποίηση αποδεικνύεται με σχετική βεβαίωση και σφραγίδα του εργοδότη σε ακριβές αντίγραφο της προϋπηρεσίας, ή με αποδεικτικό επίδοσης δικαστικού επιμελητή.
Για να καταγραφεί η προϋπηρεσία που έχει ο μισθωτός, υποχρεώνεται αυτός να προσκομίσει όλα εκείνα τα αποδεικτικά στοιχεία από τα οποία θα μπορέσει ο υπεύθυνος του τμήματος της Διεύθυνσης Προσωπικού να εξακριβώσει τα χρόνια προϋπηρεσίας του.
Στην περίπτωση που ο νεοπροσληφθείς μισθωτός αδυνατεί να καταθέσει άμεσα, με την πρόσληψή του όλα εκείνα τα αποδεικτικά στοιχεία που πιστοποιούν την προϋπηρεσία του, τότε οφείλει να συμπληρώσει υπεύθυνη δήλωση, στην οποία να αναφέρει όλα εκείνα τα στοιχεία που αφορούν τόσο την προϋπηρεσία του, όσο και την οικογενειακή του κατάσταση.
Ταυτόχρονα οφείλει να δεσμευτεί εγγράφως ότι θα προσκομίσει τα αποδεικτικά αυτά στοιχεία μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα. Γενική διάταξη που να θέτει προθεσμία στο μισθωτό, μέσα στα χρονικά όρια της οποίας να οφείλει να προσκομίσει τα αποδεικτικά στοιχεία της προϋπηρεσίας του, δεν υπάρχει.
Εάν, με τα πιστοποιητικά αποδεικνύεται υπηρεσία μεγαλύτερη της δηλωθείσας ή υποβληθούν πιστοποιητικά προϋπηρεσίας χωρίς να έχει κατατεθεί σχετική δήλωση κατά την πρόσληψη, το δικαίωμα για την απόληψη του -βάσει της προϋπηρεσίας αυτής- υψηλότερου μισθού, γεννάται από της καταθέσεως των πιστοποιητικών αυτών.
Επομένως, προϋπόθεση για τη θεμελίωση της κατά του εργοδότη αξίωσης προς καταβολή επιδόματος προϋπηρεσίας, την οποία παρέσχε ο μισθωτός σε άλλους εργοδότες, είναι η γνωστοποίηση σε αυτόν της εν λόγω προϋπηρεσίας και της χρονικής της διάρκειας. Δηλαδή, η υποχρέωση του εργοδότη για την καταβολή των αυξημένων αποδοχών αρχίζει από την ημερομηνία γνωστοποίησης της προϋπηρεσίας εκ μέρους του εργαζομένου.
Η μόνη περίπτωση αναδρομικής υποχρέωσης καταβολής του επιδόματος προϋπηρεσίας είναι η περίπτωση, κατά την οποία ο εργαζόμενος υποβάλλει υπεύθυνη δήλωση για την προϋπηρεσία του και προσκομίσει στη συνέχεια τα σχετικά αποδεικτικά. Σε αυτή την περίπτωση, η υποχρέωση του εργοδότη εκκινεί από την ημερομηνία υποβολής της υπεύθυνης δήλωσης.
Όμως, εάν πρόκειται για προϋπηρεσία στον ίδιο εργοδότη, ο τελευταίος οφείλει οίκοθεν να καταβάλλει το νόμιμο μισθό της αντίστοιχης μισθολογικής κλίμακας με βάση την προϋπηρεσία (Α.Π. 80/2013). Σε περίπτωση που η προϋπηρεσία ήταν σε άλλους εργοδότες, ο υπολογισμός αυτής αρχίζει από την κατά τα παραπάνω υποβολή στον εργοδότη των σχετικών πιστοποιητικών.
Στις περιπτώσεις εκείνες, που γεννηθεί υποχρέωση καταβολής επιδόματος προϋπηρεσίας, και παρά ταύτα δεν καταβληθούν οι αυξημένες αποδοχές, η μη καταβολή τους αντιμετωπίζεται με την ίδια βαρύτητα της μη καταβολής δεδουλευμένων αποδοχών. Η παράβαση αυτή επισείει δηλαδή για τον εργοδότη επιτόπιο πρόστιμο ύψους 800 ευρώ για κάθε εργαζόμενο στον οποίο δεν καταβάλλονται οι τριετίες που δικαιούται.
Πέραν αυτών όμως, επειδή η μη καταβολή τριετίας σε κατώτατο μισθό θα συνεπάγεται αυτόματα και μη καταβολή του νόμιμου μισθού όπως θα έπρεπε να έχει διαμορφωθεί με τις τριετίες, προβλέπεται επιπλέον εφάπαξ πρόστιμο.
Η εν λόγω παράβαση χαρακτηρίζεται ως πολύ υψηλή και επιβάλλονται τα υψηλότερα πρόστιμα, τα οποία κυμαίνονται από 1.800 € για επιχειρήσεις ως 11 ατόμων και ανεβαίνει στα 8.000 € για επιχειρήσεις άνω των 251 εργαζομένων. Η επιπλέον «ποινή» είναι ενιαία και όχι ανά εργαζόμενο.
Οι έλεγχοι για την καταβολή των τριετιών είναι είτε αυτεπάγγελτοι, στο πλαίσιο των ελέγχων που πραγματοποιεί η Αρχή για την τήρηση της εργατικής νομοθεσίας, είτε κατόπιν καταγγελίας εργαζομένου, περί μη καταβολή τριετίας. Η καταγγελία μπορεί να είναι είτε επώνυμη, είτε και ανώνυμη και σε κάθε περίπτωση οι Επιθεωρητές οφείλουν να ελέγξουν τα καταγγελλόμενα.
Έτσι, ένας επιχειρηματίας θα καταβάλει 800 ευρώ πρόστιμο για κάθε εργαζόμενο που δεν θα του έχει καταβάλει την προβλεπόμενη προσαύξηση με τη συμπλήρωση τριετίας και ταυτόχρονα θα του επιβληθεί και πρόστιμο ανάλογα με τον αριθμό των απασχολουμένων.
Αναλυτικότερα, οι επιχειρήσεις που δεν θα καταβάλουν τις τριετίες θα πληρώσουν 800 ευρώ για κάθε εργαζόμενο και επιπλέον, τα εξής πρόστιμα:
α. Σε επιχείρηση / εργοδότη που απασχολεί από 1 έως 10 άτομα προσωπικό στον ελεγχόμενο τόπο εργασίας, το συνολικό πρόστιμο για κάθε παράβαση ανέρχεται σε 1.800 ευρώ.
β. Σε επιχείρηση / εργοδότη που απασχολεί από 11 έως 20 άτομα προσωπικό, το συνολικό πρόστιμο για κάθε παράβαση ορίζεται σε 2.000 ευρώ.
γ. Σε επιχείρηση / εργοδότη που απασχολεί από 21 έως 50 άτομα προσωπικό, το συνολικό πρόστιμο για κάθε παράβαση ορίζεται σε 3.000 ευρώ.
δ. Σε επιχείρηση / εργοδότη που απασχολεί από 51 έως 150 άτομα προσωπικό, το συνολικό πρόστιμο για κάθε παράβαση ορίζεται σε 4.000 ευρώ.
ε. Σε επιχείρηση / εργοδότη που απασχολεί από 151 έως 250 άτομα προσωπικό, το συνολικό πρόστιμο για κάθε παράβαση ορίζεται σε 6.000 ευρώ.
στ. Σε επιχείρηση / εργοδότη που απασχολεί από 251 άτομα και άνω προσωπικό, το συνολικό πρόστιμο για κάθε παράβαση ορίζεται σε 8.000 ευρώ.
Επισημαίνεται ότι οι τριετίες ισχύουν για τους εργαζομένους που πληρώνονται με τον κατώτατο μισθό τόσο για τους πλήρως όσο και τους μερικώς απασχολουμένους κατά αναλογία. Δηλαδή, ο πλήρους απασχόλησης μισθωτός που θα χτίσει μια τριετία μέσα στο 2024 θα πάρει ένα 10% επάνω στα 780 ευρώ, δηλαδή αύξηση 78 ευρώ τον μήνα ή 1.092 ευρώ σε ετήσια βάση για 14 μισθούς. Αντίστοιχα, όταν χτιστεί η δεύτερη τριετία, ο μισθός θα ανέλθει στα 936 ευρώ, ενώ έπειτα από 9 έτη προϋπηρεσίας, τρεις τριετίες, ο μισθός θα φτάσει στα 1.014 ευρώ.
Σημειώνεται ότι στις μηνιαίες αποδοχές για τον έλεγχο των τριετιών δεν συνυπολογίζονται άλλα επιδόματα (π.χ. γάμου) ούτε οι αμοιβές πέραν του μισθού (π.χ. υπερωρίες). Όσοι εισήλθαν στην αγορά εργασίας μετά τις 14/2/2012 θα αρχίσουν να χτίζουν το δικαίωμα επιδόματος για πρώτη φορά.