Γράφει ο Χρ.Γκουγκουρέλας
Τούτες, τις τελευταίες μέρες γίναμε όλοι μας γνώστες της δυσαρέσκειας του Υπουργού Εξωτερικών για τη μη κλήση της Ελλάδας από την ‘‘οικοδέσποινα’’ Γερμανία στη συνδιάσκεψη του Βερολίνου (που θα γίνει στις 23 Ιουνίου) για το Λιβυκό Ζήτημα. Οι Γερμανοί, λοιπόν, για ακόμη μια φορά κάλεσαν στη συγκεκριμένη διεθνή σύναξη την Τουρκία αλλά απέφυγαν να καλέσουν τη χώρα μας και έτσι ο ΥΠΕΞ δήλωσε ότι ‘‘είμαστε (ως Έλληνες) εξαιρετικά δυσαρεστημένοι από το γεγονός ότι η Γερμανία, εμμένοντας εμμονικά σε μια τακτική, δεν μας κάλεσε και αυτή τη φορά στη συνάντηση για τη Λιβύη’’ (https://www.kathimerini.gr/politics/foreign-policy/561387109/diaskepsi-gia-ti-livyi-dysareskeia-dendia-kata-verolinoy-gia-ti-mi-prosklisi-tis-elladas/).
Το δεδομένο, συνεπώς, είναι ότι, όπως έγινε και τον Ιανουάριο του 2020, στο Βερολίνο θα συζητήσουν για τη Λιβύη τα πέντε μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ (ΗΠΑ, Κίνα, Ηνωμένο Βασίλειο, Γαλλία και Ρωσία), η Τουρκία, η Ιταλία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, χώρες στις οποίες η Γερμανία αναγνωρίζει ότι έχουν συμφέροντα στο Λιβυκό Ζήτημα και άρα και ότι υφίσταται απαραιτήτως γι’ αυτές ανάγκη έκφρασής τους επ’ αυτού (του Ζητήματος).
Η Ελλάδα, λοιπόν, για δεύτερη φορά αποκόπτεται από το πεδίο και τις διεθνείς διεργασίες συναπόφασης επί ενός κρίσιμου ζητήματος για όλη την Ανατολική Μεσόγειο. Και το ερώτημα, μάλλον αναβλύζον αυθόρμητα στη σκέψη της κοινής γνώμης, είναι αν αρκεί η έκφραση της δυσαρέσκειας και της απογοήτευσης μας ή μια ‘‘χλιαρή’’ διατύπωση διαμαρτυρίας για τον εμφανέστατο παραγκωνισμό μας;
Κατά την προσωπική μου γνώμη, η θιγμένη Ελλάδα, διατηρώντας τη στιβαρότητα και την αξιοπρέπεια της, όφειλε να αναλάβει μια σοβαρή διπλωματική πρωτοβουλία που θα αναδείκνυε τη δυναμική και το αξιωματικό φορτίο της εξωτερικής μας πολιτικής. Είτε σε επίπεδο αρχηγών κρατών, είτε (ίσως προτιμότερα) σε επίπεδο ΥΠΕΞ (στο πλαίσιο της ούτως ή άλλως πυκνής επικοινωνίας μεταξύ Ν. Δένδια και Heiko Maas) ίσως θα ήταν αποτελεσματικότερο (από την απλή εκδήλωση της ελληνικής δυσφορίας) να υποβάλαμε γραπτό διάβημα ή υπόμνημα προς τους Γερμανούς με το οποίο θα τους επεξηγούσαμε με σαφήνεια και κυρίως με ακλόνητα επιχειρήματα το ‘‘διπλωματικό λάθος’’ τους…
Θα τους υπενθυμίζαμε, καταρχάς, ότι η Ελλάδα είναι σύμμαχος με τη Γερμανία σε ΕΕ και ΝΑΤΟ και θα τους τονίζαμε ότι η χώρα μας έχει τα πιο εκτεταμένα θαλάσσια σύνορα με τη Λιβύη από οποιαδήποτε άλλη χώρα στην Ανατ. Μεσόγειο, γεγονός που ad hoc την καθιστά άμεσα ενδιαφερόμενη και ουσιωδώς εμπλεκόμενη στη διερεύνηση οποιωνδήποτε διεξόδων ομαλοποίησης του Λιβυκού Ζητήματος, και δη μιας τέτοιας διευθέτησης που θα επενεργούσε εποικοδομητικά στη διαμόρφωση ευρύτερου κλίματος γεωπολιτικής σταθερότητας και ασφάλειας σ’ όλη την κρίσιμη περιοχή της Ανατ. Μεσογείου και ιδιαιτέρως της Βόρειας Αφρικής.
Θα τους επισημαίναμε ότι ήδη η Ευρωπαϊκή Ένωση εντείνοντας τις προσπάθειές της προκειμένου να ενισχύσει το εμπάργκο όπλων του ΟΗΕ κατά της Λιβύης και έχοντας εκπεφρασμένη πρόθεση να συμβάλει στην ειρηνευτική διαδικασία στη χώρα αυτή, με την έναρξη νέας στρατιωτικής επιχείρησης στο πλαίσιο της ΚΠΑΑ (Κοινή Πολιτική Ασφάλειας και Άμυνας) στη Μεσόγειο, ξεκίνησε να υλοποιεί την επιχείρηση ‘‘EUNAVFOR MED IRINI’’ στην οποία συμμετέχει ενεργά και η Ελλάδα. Συνεπώς, οποιοσδήποτε αποκλεισμός της Ελλάδας από τη συζήτηση για το Λιβυκό δεν είναι απλά έκφανση ‘‘διπλωματικής αγένειας’’ αλλά μάλλον, εκτιμώμενος στο πλαίσιο της ΕΕ, ‘‘γεωστρατηγική παραδοξότητα’’.
Και ασφαλώς, θα υπογραμμίζαμε έντονα προς τους Γερμανούς ότι τα θαλάσσια κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας, έτσι όπως αυτά αποκρυσταλλώνονται νομικά και κατοχυρώνονται διεθνοπολιτικά στη Διεθνή Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS, 1982), και υπό μια ευρύτερη και πιο μεστή προσέγγιση, τα θαλάσσια κυριαρχικά δικαιώματα της ίδιας της ΕΕ(!), καταπατώνται ωμά και ανενδοίαστα από την από 27-11-2019 Συμφωνία μεταξύ της Τουρκίας και της Λιβύης σχετικά με τον καθορισμό της δικαιοδοσίας τους σε θαλάσσιες περιοχές της Μεσογείου (από τούδε και στο εξής Τουρκολιβυκό Μνημόνιο, https://euromenaenergy.com/wp-content/uploads/2019/12/libya_MOU.pdf).
Μάλιστα, στο Υπόμνημα για το οποίο ομιλώ, προσωπικά θα συμπεριελάμβανα αυτούσια τη Γνωμοδότηση της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Γερμανικής Βουλής (Bundestages Wissenschaftliche Dienst, Seevölkerrechtliche Bewertung der türkisch-libyschen Vereinbarung über die Abgrenzung ihrer maritimen Interessenssphären im östlichen Mittelmeer, https://www.bundestag.de/resource/blob/678992/e6247b1311a73d6058a5d50ea7eb2682/WD-2-143-19-pdf-data.pdf) σχετικά με τη συμβατότητα του Τουρκολιβυκού Μνημονίου με το Δίκαιο της Θάλασσας, όπως αυτό ισχύει διεθνώς.
Στο άκρως διαφωτιστικό αυτό κείμενο, η Επιστημονική Υπηρεσία της Γερμανικής Βουλής (ΕΥΓΒ) επιβεβαιώνει το γεγονός ότι η Τουρκία συμφωνώντας στο άνω Μνημόνιο με τη Λιβύη να λογίζεται ως δική της θαλάσσια περιοχή 460.000 τ.χλμ., αμφισβητεί πρακτικά και οφθαλμοφανώς (κάνετε παρακαλώ απλή οπτική αντιπαραβολή του υπ’ αριθμ. 1 και 2 Χάρτη στο τέλος του κειμένου) θαλάσσιες εκτάσεις νοτιοανατολικά της Κρήτης και νότια του νησιωτικού συμπλέγματος των Δωδεκανήσων που η Ελλάδα και η Κύπρος θεωρούν ότι ανήκει στις δικές τους ΑΟΖ. Γι’ αυτό, η ΕΥΓΒ τονίζοντας ότι η Ελλάδα, η Κύπρος και η Αίγυπτος θεωρούν το Τουρκολιβυκό Μνημόνιο ως ωμή παραβίαση του διεθνούς δικαίου, επισημαίνει a fortiori ότι το Μνημόνιο αυτό συνιστά απροσχημάτιστη περιθωριοποίηση του Δικαίου της Θάλασσας και παραμόρφωση της Γεωγραφίας!
Ειδικότερα, η ΕΥΓΒ αναφέρει στη Γνωμοδότησή της ότι το Μνημόνιο Τουρκίας-Λιβύης είναι μια διεθνής σύμβαση (Voelkerrechtlicher Vetrag) η οποία θα μπορούσε να εγγραφεί, βάσει του άρθρου 102 του Καταστατικού του ΟΗΕ, στο Μητρώο Συνθηκών του Οργανισμού. Εμπεριέχει δε και ρήτρα διευθέτησης των διαφορών σύμφωνα με το άρ. 33 της Σύμβασης της Βιέννης για το Δίκαιο των Συνθηκών και προβλέπει την έναρξη της εφαρμογής του Μνημονίου από την επικύρωσή του από τα εθνικά Κοινοβούλια των χωρών (Τουρκίας – Λιβύης).
Το μέγα θέμα εν προκειμένω, όμως, είναι ότι ενώ το τουρκικό Κοινοβούλιο επικύρωσε το Μνημόνιο στις 5 Δεκεμβρίου 2019, το Κοινοβούλιο του Τομπρούκ (το οποίο τότε αντετίθετο στην Κυβέρνηση Sarraj της Τρίπολης) δεν το δέχθηκε και μάλιστα εν συνεχεία το Εφετείο της Βεγγάζης το ακύρωσε(!), γεγονός που θέτει εμφανές ζήτημα διεθνούς νομικής ισχύος της τουρκολιβυκής συμφωνίας…
Αυτό όμως που έχει μεγάλη σημασία για την Ελλάδα και θα έπρεπε να τονίσει οπωσδήποτε η δική μας διπλωματία στους Γερμανούς είναι το γεγονός ότι η ΕΥΓΒ στο πλαίσιο εξέτασης της νομιμότητας με βάση το διεθνές δίκαιο του τουρκολιβυκού μνημονίου, δεν παραλείπει να εξετάσει (αλλά, αντιθέτως, τη συσχετίζει με το Τουρκολιβυκό Μνημόνιο) και τη διαμάχη Ελλάδας – Τουρκίας ως προς τις θαλάσσιες ζώνες τους. Έτσι, η ΕΥΓΒ αφενός εξηγεί τη θέση της Ελλάδας περί της μέσης γραμμής/ ίσης απόστασης (equidistance/median line method) και της πλήρους επήρειας των ελληνικών νησιών επί των θαλασσίων ζωνών τους. Αφετέρου δε αντιπαραβάλλει τη θέση αυτή με την τουρκική που εστιάζει στο γεγονός ότι η Τουρκία διαθέτει μια από τις μεγαλύτερες ακτογραμμές στην Ανατ. Μεσόγειο, η προβολή των οποίων στη θάλασσα δημιουργεί τις αντίστοιχες τουρκικές αξιώσεις. Οι αξιώσεις αυτές στηρίζονται στις, υποτίθεται, ειδικές συνθήκες και ιδιαίτερες γεωγραφικές περιστάσεις (geografischen Besonderheiten) του Αιγαίου και της Ανατ. Μεσογείου που πρέπει, κατά τους Τούρκους, να ερμηνεύονται κατά την αρχή της ευθυδικίας. Η ΕΥΓΒ αναφέρει ότι οι Τούρκοι πρεσβεύουν τη θεωρία ότι τα ελληνικά νησιά επικάθονται στην τουρκική υφαλοκρηπίδα (tuerkische Festalandsockel) και γι’ αυτό, επομένως, (οι Τούρκοι) αποδίδοντας στα νησιά μόνο χωρικά ύδατα (και όχι υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ), στην ουσία προτείνουν τη χάραξη μιας μέσης γραμμής σε όλο το Αιγαίο, μια πρακτική σχεδόν ισομερή διχοτόμηση του (‘’…zieht die Äquidistanzlinie zwischen der griechischen und türkischen Einflusszone quasi mitten durch die Ägäis.’’).
Είναι όμως πολύ χαρακτηριστικό (πραγματικό ‘‘πάτημα’’ για την ελληνική διπλωματία και δυνητικά αποστομωτικός ελληνικός ισχυρισμός) το γεγονός ότι οι εμπειρογνώμονες της ίδιας της Γερμανικής Βουλής επισημαίνουν ότι με την από 9-12-2019 επιστολή της μονίμου αντιπροσώπου της στον ΟΗΕ η Ελλάδα είχε εντοπίσει τη νοηματική παραδοξότητα του τουρκολυβικού μνημονίου: Οι Τούρκοι που δεν αποδίδουν καμία επήρεια στις θαλάσσιες ζώνες των νησιών, στο εν λόγω μνημόνιο έλαβαν υπόψη τους και υπερ τους ακόμα και την πλήρη επήρεια ακατοίκητων βραχονησίδων προκειμένου να συγκαθορίσουν με τους Λίβυους τα όρια των μεταξύ τους ΑΟΖ.
Κατά δε την έκφραση της τελικής της εκτίμησης (Seevoelkerrechtliche Bewertung), σύμφωνα με τη Διεθνή Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS, 1982), η EΥΓΒ επαλήθευσε το γνωστό δεδομένο, ότι δηλαδή στη Μεσόγειο οι δυνητικές, σύμφωνα με την UNCLOS, ΑΟΖ των παράκτιων κρατών επικαλύπτονται και δια τούτο (αρ. 74 της ULCLOS) η οριοθέτηση της ΑΟΖ μεταξύ των κρατών με έναντι ή προσκείμενες ακτές πραγματοποιείται κατόπιν συμφωνίας με βάση το διεθνές δίκαιο όπως ορίζεται στο άρθρο 38 του καταστατικού του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης, με σκοπό την επίτευξη δίκαιης λύσης.
Μάλιστα, οι εμπειρογνώμονες της Γερμανικής Βουλής καταλήγουν ότι οι απόψεις των Τούρκων και Λιβύων συγκρούονται με τη γεωγραφική και πολιτική πραγματικότητα της Ανατ. Μεσογείου (Doch kollidieren solche Überlegungen mit den geographischen und politischen Realitäten im östlichen Mittelmeer). Και επιχειρηματολογούν για το άκρως αυτό καθοριστικό συμπέρασμα στηριζόμενοι στο αρ. 121 της UNCLOS με βάση το οποίο τα νησιά έχουν πλήρη επήρεια στις θαλάσσιες ζώνες, ήτοι έχουν βεβαίως και υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ, πέρα από τα χωρικά ύδατα και τη συνορεύουσα ζώνη τους. Η ΕΥΓΒ λέει ότι το Δίκαιο της Θάλασσας κατοχυρώνει για τα νησιά την ίδια ακριβώς επήρεια που έχει κάθε ηπειρωτική εδαφική επικράτεια. Συνεπώς, η Τουρκία που είναι μεν επίμονος αρνητής (persistent objector) του Δικαίου της Θάλασσας και δεν έχει υπογράψει την UNCLOS, οφείλει να σέβεται το άνω άρθρο 121, καθώς αυτό αποτελεί διεθνές εθιμικό δίκαιο που ούτως ή άλλως δεσμεύει την Τουρκία.
Η ΕΥΓΒ, εν τέλει, αποφαίνεται, χωρίς ενδοιασμούς ή περιστροφές: Το Τουρκολιβυκό Μνημόνιο αρνούμενο την πλήρη επήρεια της Κρήτης και της Ρόδου στις θαλάσσιες ζώνες τους και ειδικά στην ΑΟΖ καταπατά και παραβιάζει (πέραν από την UNCLOS) τουλάχιστον το εθιμικά αναγνωρισμένο διεθνές δίκαιο επί των θαλασσίων ζωνών (‘‘Da das türkisch-libysche MoU vom 27. November 2019 die griechische AWZ südöstlich der Insel Kreta faktisch negiert und sich die Türkei zulasten der griechischen AWZ eine eigene weitergehende AWZ bis vor die Küsten Kretas und Rhodos „anmaßt“, verletzt es die gewohnheitsrechtlich anerkannten Seegebiete der griechischen Inseln).
Πως είναι, λοιπόν, νοηματικά, πολιτικά και διπλωματικά δυνατόν να αποκλείεται η Ελλάδα από τη διάσκεψη για το Λιβυκό; Αλήθεια, ένα γραπτό υπόμνημα – διάβημα της ελληνικής πλευράς προς τους Γερμανούς, και δη ένα υπόμνημα που θα επεσήμανε όλα τα παραπάνω, δεν θα εξέθετε πανταχόθι και σε κάθε περίπτωση τη γερμανική συμπεριφορά; Δεν θα αποτελούσε, αντιστρόφως, μια δυναμική έκφραση και αξιοπρεπή στάση της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής (η οποία προς το παρόν τουλάχιστον περιορίστηκε μόνο στη… ‘‘γκρίνια’’ προς τους Γερμανούς); Δεν θα εξέπεμπε το μήνυμα διεθνώς ότι η Ελλάδα είναι δυνατή, διεκδικεί και τα δίκαιά της και τον διεθνο-πολιτικό ρόλο της και πρέπει από παντού να τυγχάνει σεβασμού και αναγνώρισης της σημασίας της;
Η Ελλάδα, επομένως, είναι μέρος της λύσης του ‘‘λιβυκού προβλήματος’’, άρα και ex officio μέρος του όποιου διαλόγου για τη λύση αυτή. Ο ‘‘ελληνικός γεωπολιτισμός’’, εξάλλου, είναι οργανικά συμπεριεχόμενος (και) στο λιβυκό ζήτημα, κυρίως διότι η Ελλάδα οφείλει και σε αυτό το επίμαχο πεδίο να προασπίσει αναγνωρισμένα από τη διεθνή νομιμότητα κυριαρχικά της δικαιώματα. Η πρόσκλησή της, κατά συνέπεια, στη διάσκεψη του Βερολίνου δεν θα ήταν απλά επίδειξη ‘‘πνεύματος εταιρικής αλληλεγγύης’’ ενός κράτους-μέλους της ΕΕ (Γερμανία) προς ένα άλλο (Ελλάδα) ή έστω απλής (πολιτικής) αβροφροσύνης αλλά είναι, αντιθέτως και ανυπερθέτως, ζήτημα συνεπιβολής από τους συναρμόδιους ή έστω συμπλεκόμενους στην επίμαχη περιοχή των διεθνών κανόνων επί των οποίων είναι θεμελιωμένες οι διεθνείς σχέσεις και μέσω των οποίων λειτουργεί το γενικά αναγνωρισμένο και παραδεδεγμένο μοτίβο των πολιτικών και διπλωματικών διεργασιών της Διεθνούς Κοινότητας. Γιατί, άραγε, δεν τα λέμε αυτά στους Γερμανούς με τον τρόπο που προτείνω και μένουμε μόνο σε ατελέσφορες ρητορικές βολές απλής διαμαρτυρίας…;
Κατερίνη, 9/6/2021
ΧΡΗΣΤΟΣ ΓΚΟΥΓΚΟΥΡΕΛΑΣ
ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ
LLM IN INTERNATIONAL COMMERCIAL LAW
LLM IN EUROPEAN LAW
Cer. LSE in Business, International
Relations and the political science