Τι σημάινει η έξοδος της Ελλάδας από την ενισχυμένη εποπτεία
Ήταν Αύγουστος του 2018, τέσσερα χρόνια πριν. Ο Αλέξης Τσίπρας, στην
Ελλάδα εκείνης της εποχής και εκείνου του προφίλ διακυβέρνησης, από την Ιθάκη,
απευθυνόμενος προς τον ελληνικό λαό, ‘‘περήφανα’’ δήλωνε πανταχόθι: «Σήμερα στην
πατρίδα μας ξημερώνει μια καινούργια μέρα. Μια μέρα ιστορική. Τα μνημόνια της
λιτότητας, της ύφεσης και της κοινωνικής ερήμωσης, επιτέλους τελείωσαν. Η χώρα μας
ανακτά το δικαίωμά της να ορίζει αυτή τις τύχες και το μέλλον της. Σαν μια κανονική
ευρωπαϊκή χώρα. Χωρίς εξωτερικούς καταναγκασμούς. Χωρίς άλλους εκβιασμούς. Χωρίς
άλλες θυσίες του λαού μας». https://www.tovima.gr/2018/08/21/politics/aleksis-tsipras-apo-ithaki-ellinides-ellines-
simera-einai-mia-mera-lytrwsis-kai-afetiria-mias-neas-epoxis/
Πρότερα όμως, στις 11-7-2018, η Επιτροπή (Κομισιόν) με απόφασή της είχε
θέσει τη χώρα σε καθεστώς ‘‘ενισχυμένης εποπτείας’’ (https://economy-finance.ec.europa.eu/eu-
financial-assistance/euro-area-countries/financial-assistance-greece_en) μετά τη συμφωνία στο
Eurogroup της 22-6-2018 και την ανάληψη από την Ελλάδα συγκεκριμένων, ειδικών
δεσμεύσεων που είχαν υιοθετηθεί από το ‘‘πρόγραμμα’’ (το μνημόνιο δηλαδή) του
ESM (https://www.consilium.europa.eu/media/35749/z-councils-council-configurations-ecofin-eurogroup-2018-180621-
specific-commitments-to-ensure-the-continuity-and-completion-of-reforms-adopted-under-the-esm-programme_2.pdf)
Η σχέση, ωστόσο, του Αλέξη Τσίπρα με την αλήθεια είναι τουλάχιστον
διαπιστώσιμη και κρίθηκε μάλιστα από τον ελληνικό λαό. Το ζήτημα, όμως, που τώρα
μας αφορά όλους έχει να κάνει με την αλήθεια της κατάστασης μετά την
(πραγματική) έξοδο μας από την ‘‘ενισχυμένη’’ εποπτεία’’ (enhanced surveillance). Τι
μας περιμένει, λοιπόν; Έχουν οι πολιτικοί ερείσματα να ‘‘δημοσιολογούν’’ με λόγια
στομφώδη και πανηγυρικά; Παύουν οι εις βάρος μας ‘‘καταναγκασμοί’’ και οι
‘‘εκβιασμοί’’ των ‘‘ξένων’’, όπως θα έλεγε και ο τέως Πρωθυπουργός;
Καταρχάς, θα πρέπει να επισημανθεί ότι η γενική ρήτρα διαφυγής του
Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΣΣΑ) εφαρμόζεται από τον Μάρτιο του
2020 σε όλη την Ένωση. Στην ανακοίνωσή της, της 3ης Μαρτίου 2021, με τίτλο
«Ένας χρόνος από την έξαρση της πανδημίας COVID-19: απόκριση σε επίπεδο
δημοσιονομικής πολιτικής», η Επιτροπή, στο πλαίσιο συνολικής αξιολόγησης της
κατάστασης της ευρωπαϊκής οικονομίας, με βασικό ποσοτικό κριτήριο το επίπεδο της
οικονομικής δραστηριότητας στην Ένωση ή στη ζώνη του ευρώ σε σύγκριση με τα
προ κρίσης επίπεδα (τέλη του 2019), εκτίμησε ότι η αυξημένη αβεβαιότητα και οι
έντονοι κίνδυνοι δυσμενέστερων εξελίξεων για τις οικονομικές προοπτικές λόγω του
πολέμου στην Ουκρανία, οι άνευ προηγουμένου αυξήσεις των τιμών της ενέργειας
και οι συνεχιζόμενες διαταραχές στην αλυσίδα εφοδιασμού δικαιολογούν την
παράταση της εφαρμογής της γενικής ρήτρας διαφυγής του Συμφώνου
Σταθερότητας και Ανάπτυξης έως το 2023 (https://data.consilium.europa.eu/doc/document/ST-
9751-2022-INIT/el/pdf).
Μετά, ωστόσο, από αυτήν την περίοδο, υπό την τεράστιας σημασίας, βεβαίως,
συζήτηση της αναθεώρησης και αναμόρφωσης του ΣΣΑ, συζήτηση μάλιστα που ίσως
καταστεί ‘‘κοιτίδα’’ ριζοσπαστικών, ιστορικών εξελίξεων στο ίδιο το ευρωπαϊκό
οικοδόμημα, η ΕΕ, και η Ελλάδα φυσικά, επιστρέφουν στη συστημική κανονικότητα
της ενωσιακής οικονομικής διακυβέρνησης.
Επανέρχονται, σύμφωνα με τη διαδικασία ελέγχου του υπερβολικού
ελλείμματος (excessive deficit procedure), για κάθε κράτος-μέλος της Ένωσης, οι στόχοι
της συγκράτησης του δημοσιονομικού ελλείμματος έως το 3% επί του ΑΕΠ και του
δημοσίου χρέους έως το 60% επί του ΑΕΠ, η υποχρέωση των κρατών-μελών να
ορίζουν μεσοπρόθεσμους δημοσιονομικούς στόχους (medium term objectives) και να τους
‘‘κυνηγούν’’ υπό τις οδηγίες (policy recommendations) της Επιτροπής, υποβάλλονται τα
σχέδια των εθνικών προϋπολογισμών (national budgetary plans) και εγκρίνονται από τα
ενωσιακά όργανα, πάντα με γνώμονα τα ευρήματα των αναλυτικών μοντέλων της
Επιτροπής για κάθε χώρα και τις ιδιαιτερότητες της ετήσιας έκθεσης ανάπτυξης του
κάθε κράτους-μέλους (Annual Growth Survey) και φυσικά εφαρμόζεται πλήρως,
πρωταρχικά, το λεγόμενο ‘‘προληπτικό σκέλος’’ (preventive arm) του ΣΣΑ, κατά το οποίο
τα κράτη-μέλη υποβάλλουν στην ΕΕ κάθε χρόνο, αναλόγως, προγράμματα είτε
σταθερότητας είτε σύγκλισης (stability or convergence programmes), με βάση τα οποία
παρουσιάζουν και επεξηγούν τους τρόπους με τους οποίους σκοπεύουν να διατηρούν
‘‘υγιή δημοσιονομικά’’, ενόψει ειδικά των οικονομικών επιπτώσεων της γήρανσης του
πληθυσμού σε όλη την ΕΕ.
Γενικά, τίθεται σε ολοκληρωμένη εφαρμογή το καλούμενο ‘‘Ευρωπαϊκό
Εξάμηνο’’ (European Semester), δηλαδή ένας κύκλος εκ της ΕΕ κεντρικού συντονισμού
της οικονομικής, δημοσιονομικής, εργασιακής και κοινωνικής πολιτικής εντός της
Ένωσης, κατά τον οποίο απόλυτη, στοχευμένη προτεραιότητα έχουν οι διαρθρωτικές
μεταρρυθμίσεις, με έμφαση στην προώθηση της ανάπτυξης και της απασχόλησης, οι
κοινωνικές και εργασιακές πολιτικές, σύμφωνα με τις αρχές του ευρωπαϊκού πυλώνα
κοινωνικών δικαιωμάτων, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που καθορίζονται στα
εθνικά σχέδια ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, οι δημοσιονομικές πολιτικές που τόσο
προγραμματικά όσο και de facto διασφαλίζουν τη βιωσιμότητα των δημοσίων
οικονομικών σύμφωνα με το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης και η διαδικασία
της πρόληψης υπερβολικών μακροοικονομικών ανισορροπιών (macroeconomic imbalances
procedure) για κάθε κράτος-μέλος.
Πέραν των ανωτέρω, δεν πρέπει να λησμονείται ότι στις 27 Απριλίου 2021 η
Ελλάδα υπέβαλε στην Επιτροπή το εθνικό σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας
(σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 1 του Κανονισμού (ΕΕ) 2021/241). Η Επιτροπή, εν
συνεχεία, αξιολόγησε τη συνάφεια, την αποτελεσματικότητα, την αποδοτικότητα και
τη συνοχή του εθνικού μας σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, σύμφωνα με τις
κατευθυντήριες γραμμές αξιολόγησης που ορίζονται στο παράρτημα V του εν λόγω
Κανονισμού. Στις 13 Ιουλίου 2021, το Συμβούλιο εξέδωσε την εκτελεστική απόφασή
του σχετικά με την έγκριση της αξιολόγησης του σχεδίου ανάκαμψης και
ανθεκτικότητας της Ελλάδας και κατόπιν του γεγονότος αυτού, η αποδέσμευση των
δόσεων από το λεγόμενο ‘‘Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας’’ (Recovery and
Resilience Facility) εξαρτάται από την έκδοση απόφασης της Επιτροπής (σύμφωνα με το
άρθρο 24 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) 2021/241) που να αναφέρει ότι η Ελλάδα έχει
εκπληρώσει ικανοποιητικά τα σχετικά ορόσημα και τους στόχους που έχουν
καθοριστεί στην εκτελεστική απόφαση του Συμβουλίου. Αυτή η ικανοποιητική,
μάλιστα, εκπλήρωση προϋποθέτει ότι η επίτευξη των προηγούμενων οροσήμων και
στόχων δεν έχει αναιρεθεί (https://data.consilium.europa.eu/doc/document/ST-9751-2022-
INIT/el/pdf).
Γίνεται, συνεπώς, αντιληπτό σε κάθε έμφρονα πολίτη ότι η έξοδος της χώρας
από την ‘‘ενισχυμένη εποπτεία’’ δεν συνιστά ακαριαία και άμεση ‘‘μετάβασή’’ της σε
‘‘αδιαπραγμάτευτα λημέρια’’ απροϋπόθετης (δημοσιονομικής και όχι μόνο) ασυδοσίας.
Μπορεί, σίγουρα, να είναι ένα ιστορικό γεγονός, όπως τόνισε στη δήλωσή του ο
Κυριάκος Μητσοτάκης (https://www.youtube.com/watch?v=ff5oYj2X8wQ), η αυλαία ενός
δωδεκαετούς κύκλου μνημονίων και ‘‘σκληρής επιτήρησης’’, δεν είναι, όμως, και το
τέλος των δεσμεύσεων της χώρας.
Αντιθέτως, η απαλλαγή από την ‘‘ενισχυμένη εποπτεία’’ μπορεί να αποτελέσει
τη ‘‘γεννήτρια’’ μιας μεγαλύτερης εθνικής ευχέρειας στις οικονομικές μας επιλογές, όχι
όμως και ‘‘επιστροφή στα λάθη που έφεραν την οδυνηρή μνημονιακή περιπέτεια’’,
όπως υπογράμμισε ο Πρωθυπουργός, ο οποίος ώριμα υπενθύμισε προς άπαντες ότι
‘‘οφείλουμε να διδαχθούμε από τις πολιτικές που οδήγησαν στα μνημόνια με
σπατάλες πέρα από τις αντοχές μας’’.
Άλλωστε, το γεγονός ότι για την ‘‘επούλωση’’ των οικονομικών πληγών της
πανδημίας και των συνεπειών του πολέμου στην Ουκρανία, η ελληνική πολιτεία έχει
διαθέσει μέχρι σήμερα σχεδόν 50 δισ. ευρώ, δεν αφήνει περιθώρια για
4
δημοσιονομικές ψευδαισθήσεις και αυταπάτες για το μέλλον μας, για το οποίο
(μέλλον) η επίδειξη δημοσιονομικής σύνεσης και προνοητικότητας, οι καλά
σχεδιασμένοι και σύμφωνοι με τις ευρωπαϊκές προδιαγραφές εθνικοί μας
προϋπολογισμοί, η έξυπνη, αποδοτική και ‘‘καθολικά συμπεριληπτική’’ (all-inclusive)
διαχείριση του ‘‘παραγόμενου’’ κάθε φορά ελεύθερου δημοσιονομικού χώρου, καθώς
και η σύμπλευσή μας με τα οραματικά ευρωπαϊκά προτάγματα και την κεντρική
πολιτική στοχοθεσία της ΕΕ, αποτελούν στοιχειώδεις όρους της εθνικής μας
επιβίωσης και της κοινωνικο-πολιτικής σταθερότητας.
Η έξοδος, λοιπόν, από την ‘‘ενισχυμένη εποπτεία’’ οδηγεί σε ένα περιβάλλον
σχετικής δημοσιονομικής ελευθερίας ως προς την επιλογή των μεθόδων επίτευξης
των στόχων και γενικότερα του μίγματος της οικονομικής πολιτικής και συνεπάγεται
μεγαλύτερη ευθύνη ως προς τη διαχείριση των δημοσιονομικών της χώρας και
ευρύτερα τη σμίλευση και εφαρμογή των οικονομικών της προγραμμάτων. Δεν ήταν
και δεν είναι, επομένως, αφορμή για ‘‘ρηχούς’’ κομπασμούς και κομματικούς
πανηγυρισμούς. Κατά την άποψη μου, μάλιστα, η εν προκειμένω συγκρατημένη
τοποθέτηση του Πρωθυπουργού επί του γεγονότος είναι ακριβώς εκείνο το ‘‘μέτρο’’
που διακρίνει τον αληθινό πολιτικό από τον ‘‘φθηνό’’ πολιτικάντη, ή, αν προτιμάτε,
τον υπεύθυνο ηγέτη από τον ‘‘εντυπωσιοθηρευτή’’ λαϊκιστή…
Κατερίνη, 23/8/2022
ΧΡΗΣΤΟΣ ΓΚΟΥΓΚΟΥΡΕΛΑΣ
ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ
LLM IN INTERNATIONAL COMMERCIAL LAW
LLM IN EUROPEAN LAW
Cer. LSE in Business, International
Relations and the political science