Στις παρυφές του Ολύμπου εκτός από τσίπουρο φτιάχνουν και καλό κρασί – Κρασί στα πόδια του Ολύμπου από την Οινοποιία Ελασσόνας
Meet Your Makers: κρασιά που βραβεύονται ξανά και ξανά από την Οινοποιία Ελασσόνας των Γιώργου Φτίκα και Γιώργου Λόλα στους αμπελώνες δίπλα στη Δεσκάτη
Η Ελασσόνα είναι ο τόπος που και γευστικά με μεγάλωσε. Τα μικρά λευκά πιατάκια των ηρωικών ψητοπωλείων της, το γαλοτύρι, η φέτα με το λάδι και τη ρίγανη του «δικού μας», δυτικού Ολύμπου, έφεραν το πρώτο παιχνίδι μου με τις γεύσεις, αυτές της εκτός του χωριού μου κουζίνας. Θυμάμαι ακόμη το ξεθωριασμένο από τη χρήση μεταλλικό καραφάκι, με το ημίγλυκο της νιότης μας κρασί. Ευκαιρίας δοθείσης πάντα επιστρέφω εδώ, έτσι για να κάνω τρίπλα στον χρόνο με μικρή στάση στο τσιπουράδικο του συμμαθητή Γεωργιάδη. Μια στο κρασί και μια στο τσίπουρο! Και σήμερα βρέθηκα με μια λαμπερή, ασημένια φιάλη ALOUPOU στο χέρι, αφού σαν φρεσκοβραβευμένη μου την πρότεινε ο φίλος. Στο μπουκάλι μια ουρά αλεπούς, «αλούπου» στην τοπική διάλεκτο. Λαμπερό, κίτρινο χρώμα στο σώμα της που πότισε το στόμα με εσπεριδοειδή και άνθη και με μια επίμονη δροσερή επίγευση. Η τελευταία κράτησε καλή άμυνα ανάμεσα στους ποικίλους μεζέδες.
Η αναβίωση ενός παλιού αμπελώνα
Στον δρόμο προς τη Δεσκάτη, με τη θέα του φωτεινού Ολύμπου, η ταμπέλα γράφει: «ΟΙΝΟΠΟΙΙΑ ΕΛΑΣΣΟΝΑΣ ΦΤΙΚΑΣ & ΛΟΛΑΣ Ο.Ε.». Σε ένα κλασικό σιδερένιο τραπέζι επαρχιακής αυλής κάθεται ήρεμος ο Γιώργος Λόλας με τα γραφικά του μυωπίας και ηλίου συγχρόνως γυαλιά.
«Έχω καλά χαραγμένη την εικόνα των καπνών στον τόπο μας, τα γνωστά τότε “Μαύρα Ελασσόνας” και φυσικά τη φέτα. Πες μου από πού προκύπτει το κρασί σας».
«Μάλλον είσαι μικρός και δεν θυμάσαι τον Ομαδικό Αμπελώνα Τσαριτσάνης, Στεφανόβουνου και Αετοράχης. Είχε ιδρυθεί το 1975 και είχε 3608 στρέμματα γης. Ο μεγαλύτερος στην Ελλάδα, μπορεί και στα Βαλκάνια. Θα τσεκάρω και θα σου πω! Φαντάσου λοιπόν ότι ήταν περιφραγμένος, με 1500 στρέμματα της γαλλικής επιτραπέζιας ποικιλίας Alphonse Lavalle (Ribier), 500 με την επίσης επιτραπέζια ποικιλία Cardinal και 608 με την Ντεμπίνα, μια καθαρόαιμη λευκή ελληνική ποικιλία που πήγαινε για οινοποίηση. Και αυτός ο αμπελώνας δυστυχώς καταστράφηκε όταν το 1994 η Ευρώπη έδωσε 300.000 χιλιάδες δραχμές τότε για εκρίζωση του κάθε στρέμματος. Η αξία του σαν γη ήταν 250.000! Καταλαβαίνεις γιατί καταστράφηκε».
«Παράλογο, αλλά… ΠΟΛΛΑ ΤΑ ΛΕΦΤΑ ΑΡΗ!».
Κρασιά που ταξιδεύουν και κρασιά της ταβέρνας
Φωτογραφία: Γιώργος Ζαρζώνης
«Ακριβώς! Εκεί λοιπόν εργαζόμουν ως γεωπόνος, μου μπήκε το μικρόβιο και άρχισα να βάζω λίγα λίγα στρέμματα με αμπέλι. Ξεκίνησα από το μηδέν με τον φίλο επίσης γεωπόνο Γιώργο Φτίκα. Πρώτη εμφιάλωση έγινε το 2005 με εκατό στρέμματα ιδιόκτητους αμπελώνες. Σημείωσε ότι μέχρι το 2016 είχαμε μόνο βιολογική παραγωγή, αλλά η αύξηση των στρεμμάτων μας έφερε στο σύστημα ολοκληρωμένης διαχείρισης».
«Με πόσο «ελαφρά τη καρδία» αφήνεις το βιολογικό, όταν όλοι προς τα εκεί προσανατολιζόμαστε;».
«Θες τη αλήθεια; Τώρα έχουμε πιο ποιοτικό σταφύλι και συνεπώς κάνουμε καλύτερο κρασί, αφού αντιμετωπίζουμε το οποιοδήποτε πρόβλημα του αμπελιού με τα χέρια λυμένα και πάντα με ήπιες δράσεις. Με τη βιολογική καλλιέργεια ήμασταν απλά θεατές. Σε κάποια προϊόντα όπως το κρασί, η θεωρία του βιολογικού θέλει μεγάλη συζήτηση».
«Λοιπόν πρώτη φορά δοκίμασα πριν χρόνια κρασί σου σε ασκό, στο καταφύγιο Χριστάκης στα 2000 μέτρα υψόμετρο. Τίμιο! Βέβαια εκεί, ό,τι και να πιεις θεϊκό είναι. Ωστόσο δείχνει κρασί παρέας».
«Όπως όλα τα οινοποιεία έχουμε κρασί δύο ταχυτήτων. Το πρώτο βγαίνει με κανονική έκχυση και πάει σε φιάλες. Φεύγει και Ελλάδα και εξωτερικό κυρίως Γερμανία, Ολλανδία και Βέλγιο. Το δεύτερο που προκύπτει από πίεση σταφυλιών πάει σε ασκό και βιδωτό μπουκάλι. Είναι πιο παρεΐστικο και απευθύνεται στις ταβέρνες».
Ξεχασμένες ποικιλίες από την εποχή της τουρκοκρατίας
«Γιατί να αγοράσω όμως το κρασί σου ανάμεσα σε χιλιάδες ετικέτες. Ρωτάω σαν καταναλωτής γιατί εμένα προσωπικά και μόνο η θέα του Ολύμπου από δω με πείθει».
«Το σχόλιό σου είναι και η απάντηση. Καταρχάς έχουμε ελαφρά, επικλινή εδάφη χαμηλής παραγωγής. Έπειτα το κρασί, είναι αποτέλεσμα μικροκλίματος που έχει να κάνει με το βουνό, αφού το απόγευμα, κατεβάζει από τις κορυφές ένα δροσερό αεράκι το οποίο και κάνει τη μεγάλη διαφορά θερμοκρασίας μεσημέρι με βράδυ. Μιλάμε ότι από τους 30 βαθμούς Κελσίου φτάνουμε στους 10 με 15. Με αυτόν τον τρόπο η ημερήσια φωτοσύνθεση μετατρέπεται σε θρεπτική ουσία, που μεταφέρεται στον καρπό».
«Θυμάμαι στην Άζωρο, στο χωριό μου, τους παππούδες μου να έχουν αμπέλια με σταφύλια που είχαν ένα φωτεινό κόκκινο χρώμα. Πολύ ανθεκτικά, από τα οποία και παίρναμε το κρασί του σπιτιού. Μήπως υπάρχει σήμερα λόγος να αναζητηθούν αυτές οι ποικιλίες;».
«Ήδη φυτέψαμε Λημνιώνα, που είναι μια καθαρά θεσσαλική ποικιλία. Δεν ξέρω για το σταφύλι που λες αλλά ψάχνουμε κάποια άκρη με την “Οτμαλού” μια τοπική ποικιλία από την εποχή της τουρκοκρατίας. Προσπαθούμε! Το 2010 με πρωτοβουλία δική μας πήρε η Ελασσόνα Προστατευμένη Γεωγραφική Ένδειξη».
Ο Όλυμπος και στα πόδια του ένα επισκέψιμο οινοποιείο
Από τη βεράντα στα κτήματα οι τρεις μας. Ο μαγικός Όλυμπος αδύνατο να αφήσει το βλέμμα στο κτήμα. Ο ένας Γιώργος έσκυψε και με ωραία φροντίδα απελευθέρωσε ένα νεογέννητο «μπόλι» από τα χόρτα.
Μετά στο επισκέψιμο κελάρι, που κάνει και τη διαφορά στο σκηνικό. Όμορφη παραδοσιακή διακόσμηση, χωρίς φορτίο υπερβολής. Μεγάλα τραπέζια έτοιμα να φιλοξενήσουν ομάδες για γευσιγνωσία. Ανοίχτηκαν φιάλες και με τον σωλήνα που λένε «κλέφτη», δοκιμάσαμε ερυθρό Καλούδα, κρασί σαν ρουμπίνι που φέρει το όνομα του λόφου. Βελούδινη γεύση με σύνθετα αρώματα φρούτων και βανίλιας. Δεκαπέντε οινικά προϊόντα μετράει η οινοποιία και 13 βραβεία μέχρι σήμερα.
«Στον διαγωνισμό Μαΐου στείλαμε τρία κρασιά και πήρανε τρία βραβεία από την Ένωση Αμπελώνων Βορείου Ελλάδος». Καμαρώνουν οι δυο εργάτες του οίνου. Κι εγώ μαζί τους σαν παζλάκι του τόπου.
Φωτογραφία: Γιώργος Ζαρζώνης
*Τα κρασιά του οινοποιείου τα βρίσκετε σε καλές κάβες και deli.