Ο μέγας δάσκαλος της λεγόμενης ελαφράς μουσικής
Όταν πέθανε ο συνθέτης της «Μανόν» και του «Βέρθερου» Μασσενέ, ο συμπατριώτης του περίφημος σκιτσογράφος Καραντάς εδημοσίευσε ένα αηδονάκι με γυρμένο το κεφάλι και με τη λεζάντα: «Δεν θα ξανατραγουδήση πια». Από χθες έπαψε για την Ελλάδα να τραγουδάη και το δικό της αηδόνι.
Ο Θεόφραστος Σακελλαρίδης χθες το απόγευμα εμφανίστηκε ενώπιον του Θεού, για να βρη την ανάπαυση και τη γαλήνη που του αρνήθηκαν οι άνθρωποι, που από το 1904, δηλαδή πριν από 42 ολόκληρα χρόνια, εχάριζε σ’ αυτούς τη χαρά και την συγκίνησι.
Πρωτοφάνηκε παιδί ακόμη στο μουσικό στερέωμα σαν συνθέτης τραγουδιών στην αρχή. Στο 1907, και συγκεκριμένα στις 29 Σεπτεμβρίου, μεγάλα τρίφυλλα προγράμματα κολλημένα στους τοίχους των κεντρικών δρόμων ανήγγειλαν πως στο θέατρο «Αρνιώτη», που δεν ήταν άλλο από το θέατρο όπου στεγάζεται σήμερα η «Εθνική Λυρική Σκηνή», θα παιζότανε το μονόπρακτο μελόδραμα «Πειρατής». Συνθέτης του ο Θ. Σακελλαρίδης. Λιμπρεττίστας ο Πολύβιος Δημητρακόπουλος.
Την επομένην ένας από τους τότε κριτικούς ετελείωνε το κριτικό του σημείωμα με τη φράσι: «Εγεννήθη ημίν μουσικός». Μια από τις λίγες φορές που η κριτική είπε την αλήθεια.
Τι ήταν ο «Πειρατής»; Μια ωραία υπόσχεσις πως ο συνθέτης του μιαν ημέρα θα εθεμελίωνε, θα κατηύθυνε και θα μορφοποιούσε την ελληνική οπερέττα, που γι’ αυτήν ήταν πλασμένος.
Από τις μελωδίες που τόσον τεχνικά και με τόσην αγάπη τραγουδούσαν οι εκλεκτοί καλλιτέχνες τού τότε μελοδράματος, ξεχώριζε κάθε τόσο μια μικρή μουσική φρασούλα, που άφηνε να διαφαίνεται το μουσικό είδος που πολύ σύντομα επρόκειτο να λαμπρύνη με μιαν ατέλειωτη σειρά ωραίων οπερεττών του. Το 1914 ο θίασος της αλησμόνητης Ένκελ έπαιξε στο άλλο αλησμόνητο Δημοτικό Θέατρο την πρώτη του οπερέττα, που είνε και η πρώτη ελληνική οπερέττα: τα «Παραπήγματα», και λιμπρεττίστας ο —πόσον αλησμόνητος— Ν. Λάσκαρης.
Από τότε δεν περνούσε χρόνος που να μην εκαλείτο το ελληνικό κοινό να χειροκροτήση και μια νέα μουσική δημιουργία του Σακελλαρίδη.
Ίσαμε που ο ανεξάντλητος συνθέτης, πιεζόμενος από την ανάγκη των πραγμάτων, αγνοούμενος από το παχύδερμο κράτος, έκλεισε το οπερεττικό του ταλέντο στο συρτάρι, για να γράφη τραγουδάκια για επιθεωρήσεις για ν’ ανταποκριθή στις βιοτικές του ανάγκες.
Τι είναι η μουσική του Σακελλαρίδη; Μουσική χαρά. Μουσική παιγνίδι. Μουσική υγεία. Μουσική «στο διάβολο ας πάη και το παληάμπελο».
Η περίφημη αυτή φράσις του φουστανελλά λεβεντόγερου Δούκα, που ακούστηκε πριν από έναν αιώνα στο τότε θέατρο Μπούκουρα και που έκλεινε μέσα της τον ενθουσιασμό της ολότητος των Ελλήνων όταν η Ιταλίδα τραγουδίστρια Λούλη ετραγούδησε μιαν άρια, έρχεται και σήμερα άθελα στο στόμα όλων των Νεοελλήνων στο άκουσμα των μελωδιών του μεγάλου δασκάλου της λεγόμενης ελαφράς μουσικής.
Ο Σακελλαρίδης δεν εφιλοδόξησε ν’ ανέβη στις κορφές των ελληνικών βουνών όπου το τραγούδι αναπηδάει από το χτύπημα των ατσαλένιων σπαθιών επάνω σε σιδερένιες λύρες.
Τραγουδιστής του κάμπου, επλημμύρισε ολόκληρη την Ελλάδα από μελωδίες, που το χαρακτηριστικό τους είνε τα νειάτα, η ευγένεια, η αττική άνοιξις, η απαλότητα, το υγιές πάθος, η αφθονία των στροφών, η ευκρίνεια της φράσεως, η αβρότητα του ξετυλίγματος της μελωδικής γραμμής, η λεπτότητα στην έκφρασι, το πλάτος της φαντασίας, η ομορφιά των εικόνων, η ζωηρότητα των παραστάσεων και το συγκρατημένο ύφος.
Αν ο Γιόχαν Στράους θεωρείται ως θεμελιωτής της βιεννέζικης οπερέττας και οι Λέχαρ, Κάλμαν, Μιλλέκερ κ.λπ. συνεχιστές του έργου αυτού, ο Θ. Σακελλαρίδης υπήρξε για την Ελλάδα ο Γιόχαν Στράους της και μαζί ο Λέχαρ, ο Κάλμαν κι’ όλη η πλειάδα που ελάμπρυνε το οπερεττικό στερέωμα της Βιέννης.
* Άρθρο αφιερωμένο στον Θεόφραστο Σακελλαρίδη, που είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Το Βήμα» την επαύριον του θανάτου του, την Τρίτη 3 Ιανουαρίου 1950.
Ο Θεόφραστος Σακελλαρίδης, σπουδαίος μουσικοσυνθέτης και πρωτεργάτης της ελληνικής οπερέτας με καταγωγή από το Λιτόχωρο Πιερίας, γεννήθηκε στις 7 Σεπτεμβρίου 1883 (κατά την επικρατέστερη στις σχετικές πηγές εκδοχή) και απεβίωσε στις 2 Ιανουαρίου 1950.
Βαγγέλης Στεργιόπουλος.