Έγκλημα-Καλλιθέα Πιερίας: «Τον σκότωσα γιατί με κατέδωσε στην αστυνομία»
Τη σκηνή του αποτρόπαιου εγκλήματος, κι όσα προηγήθηκαν, περιέγραψε με κυνισμό ο καθ’ ομολογίαν δράστης, μετά τη σύλληψη του, ξεκαθαρίζοντας ότι επιθυμούσε να τιμωρήσει το θύμα επειδή τον είχε καταδώσει στην αστυνομία! Οι ανατριχιαστικές λεπτομέρειες της άγριας δολοφονίας, στο χωριό Καλλιθέα, περιγράφονται στο βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Κατερίνης που παρουσιάζει το GRTimes.
Ο 59χρονος κατηγορούμενος για ανθρωποκτονία με δόλο, σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, για παράνομη οπλοφορία κυνηγετικού όπλου και για οπλοχρησία παραπέμφθηκε να δικαστεί σε Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο ενώ απαλλάχθηκε για το αδίκημα του «εμπρησμού από πρόθεση με κίνδυνο για ξένα πράγματα».
Το απόγευμα της 15ης Ιουνίου 2021, ένα ζευγάρι διερχόμενων πολιτών αντίκρισε το απανθρακωμένο πτώμα του θύματος, μέσα σε χωράφι, δίπλα στο μαντρότοιχο των κοιμητηρίων Καλλιθέας Πιερίας. Κατά την αυτοψία, οι αστυνομικοί διαπίστωσαν ότι ο νεκρός άνδρας ήταν δεμένος πισθάγκωνα στους καρπούς των χεριών με νάιλον σχοινί πράσινου χρώματος. Το μεγαλύτερο μέρος των ρούχων που φορούσε είχαν καεί όπως και η μια από τις δύο παντόφλες ενώ κάτω από το κεφάλι του θύματος υπήρχε λίμνη αίματος. Σε απόσταση ενός μέτρου από τα πόδια του θύματος βρέθηκε πεσμένο ένα κινητό τηλέφωνο το οποίο ήταν απενεργοποιημένο.
Αργότερα διαπιστώθηκε ότι η σορός του νεκρού άνδρα ανήκε σε 45χρονο κάτοικο Καλλιθέας, ο οποίος αναγνωρίστηκε από τον πατέρα του κι έναν φίλο του που τον αναζητούσαν.
Χρήστες ναρκωτικών
Από την προανάκρισή προέκυψε ότι το θύμα μαζί με τον φίλο οι οποίοι ήταν χρήστες ναρκωτικών, την προηγούμενη μέρα είχαν μεταβεί στη Θεσσαλονίκη προκειμένου ο 45χρονος να επισκεφτεί έναν γιατρό ο οποίος του συνταγογραφούσε φάρμακα. Στη συνέχεια μετέβησαν σε ένα φαρμακείο και προμηθεύτηκαν 6 κουτιά με ναρκωτικά χάπια (Lexotanil & Hipnostendon). Κατά τη διάρκεια της επιστροφής ο 45χρονος επικοινώνησε τηλεφωνικά με τον καθ’ ομολογία δράστη και του υποσχέθηκε ότι θα του δώσει μια καρτέλα με χάπια.
Οι αστυνομικοί της Ασφάλειας Κατερίνης αναζήτησαν τον ύποπτο ο οποίος ήταν σεσημασμένος. Αρχικά είπε ότι ο θανών πήγε στο σπίτι του με το ποδήλατο του και αφού του έδωσε ένα κουτί με δύο καρτέλες χαπιών- όπως είχαν κανονίσει- στη συνέχεια αποχώρησε. Από βιντεοληπτικό υλικό όμως διαπιστώθηκαν οι κινήσεις του δράστη ενώ κατά την έρευνα στο σπίτι του βρέθηκαν ένα μπιτόνι το οποίο περιείχε βενζίνη κι ένα νάιλον σχοινί πράσινου χρώματος, πανομοιότυπο με αυτό που ήταν δεμένοι οι καρποί του θύματος.
Στο παραπεμπτικό βούλευμα αναγράφονται τα εξής: Ο δράστης συνελήφθη από τους αστυνομικούς και ομολόγησε την πράξη του. Ανέφερε ότι ο 45χρονος με τον οποίο είχαν πολύ στενές σχέσεις, το 2016, τον κατέδωσε στο τμήμα Δίωξης Ναρκωτικών Κατερίνης, για 21 δέντρα κάνναβης. Στη συνέχεια έφυγε στην Αυστραλία απ’ όπου επέστρεψε ύστερα από 5 χρόνια στην Κατερίνη, χωρίς και πάλι να πάει να τον επισκεφτεί.
Διευκρίνισε ότι το επίδικο βράδυ το θύμα πήγε στο σπίτι του με το ποδήλατο του και εκεί ήπιαν τσίπουρο και κάπνισαν χασίς. Τότε ξεκίνησε με το θύμα συζήτηση για το περιστατικό του 2016, ώσπου τελικά στις 4 τα ξημερώματα της 15ης Ιουνίου, ενώ οι δυο τους καθόντουσαν στο σαλόνι τους σπιτιού του, αυτός του επιτέθηκε με γροθιές στο πρόσωπο και τον ακινητοποίησε χτυπώντας τον με το κοντάκι της καραμπίνας στο κεφάλι. Εξήγησε στους αστυνομικούς ότι τότε του έδεσε πισθάγκωνα τα χέρια με το σχοινί ενώ το θύμα τον παρακαλούσε να τον λύσει. Ο καθ’ ομολογίαν δράστης κατέθεσε ότι αγνόησε τις παρακλήσεις του θύματος, αφού πλέον είχε πάρει τις αποφάσεις του και πρόσθεσε ότι για να μπορέσει να κάνει το επόμενο βήμα έπρεπε να πιεί πολύ τσίπουρο και να καπνίσει χασίς.
Πυροβολισμός στο στόμα
Μετά επιβίβασε το θύμα στο μπροστινό κάθισμα ΙΧ αυτοκινήτου και κατευθύνθηκε προς τα κοιμητήρια της Καλλιθέας. Εκεί όπως ανέφερε, αποβίβασε το θύμα στην πίσω πλευρά των κοιμητηρίων, το έβαλε να καθίσει στο έδαφος και αφού το ρώτησε να του εξηγήσει τον λόγο για τον οποίο τον κατέδωσε στη Δίωξη Ναρκωτικών, στη συνέχεια τοποθέτησε στο στόμα του την κάννη της κοντόκαννης καραμπίνας που είχε φέρει μαζί του και τον πυροβόλησε μια φορά.
Ο κατηγορούμενος παραδέχτηκε ότι κατόπιν έριξε στο σώμα του ήδη νεκρού 45χρονου βενζίνη από το μπιτόνι που είχε πάρει μαζί του και του έβαλε φωτιά με αναπτήρα για να σβήσει τα ίχνη του εγκλήματος. Όταν μετά από λίγα λεπτά επέστρεψε οδηγώντας στην κατοικία του πήρε το ποδήλατο του θύματος και το εγκατέλειψε στην πλατεία της Καλλιθέας ενώ έθαψε την επαναληπτική κοντόκαννη καραμπίνα σε απερίφρακτο αγροτεμάχιο παραπλεύρως της κατοικίας του. Το όπλο βρέθηκε θαμμένο από τους αστυνομικούς.
Απέφυγε την αστυνομία αλλά όχι το θάνατο
Απολογούμενος στον Ανακριτή Κατερίνης επιβεβαίωσε το περιεχόμενο της προανακριτικής απολογίας. Διευκρινιστικά συμπλήρωσε ότι, το βράδυ της 14ης Ιουνίου 2021, ο 45χρονος ήρθε με το ποδήλατο στην κατοικία του για να του φέρει τα ναρκωτικά χάπια που του είχε ζητήσει. Το θύμα ανέφερε ότι εκείνη την ώρα στην πλατεία της Καλλιθέας είχε τρία αυτοκίνητα της Ασφάλειας και τότε ο κατηγορούμενος τον προσκάλεσε στο σπίτι του για να καθίσουν. Ο κατηγορούμενος πρόσθεσε ότι το θύμα τον ακολούθησε στο σπίτι του και περαιτέρω αναφέρθηκε στα περιστατικά του 2016, επιχειρώντας να εξηγήσει την βασιμότητα των ισχυρών υποψιών που διατηρούσε επί τέσσερα χρόνια σε βάρος του 45χρονου καθόσον θεωρούσε ότι αυτός- με τον οποίο μέχρι τότε συνέτρωγαν καθημερινά στο σπίτι του και τον οποίο αυτός κερνούσε ναρκωτικά – ήταν που τον κατέδωσε στην αστυνομία, πριν την τότε σύλληψη του, για καλλιέργεια δενδρυλλίων κάνναβης. Εξήγησε δε ότι οι υποψίες προκλήθηκαν σε αυτόν εξαιτίας της συμπεριφοράς του θύματος τόσο πριν την αποχώρηση του για την Αυστραλία όσο και μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα οπότε ξεκίνησαν ξανά να έχουν επαφές, μέσω κοινού φίλου.
Όπως αναφέρεται στο βούλευμα, από τα παραπάνω – σε συνδυασμό και με το υπόλοιπο αποδεικτικό υλικό – συνάγεται εύκολα το συμπέρασμα πως το θύμα φοβόταν τον κατηγορούμενο και είτε εισερχόταν στην κατοικία του μόνο όταν ήταν άλλοι παρόντες, είτε (το πιθανότερο) απέφευγε να εισέρχεται στην κατοικία του κατηγορούμενου και εν γένει την επαφή μαζί του από τότε που επέστρεψε στην Ελλάδα – μη μπορώντας ωστόσο να κόψει κάθε επαφή με τον κατηγορούμενο που ήταν πιεστικός απέναντι του και γενικά βίαιος – στάση που αναγκάστηκε να μην τηρήσει του βράδυ της 14η Ιουνίου 2021. Μπήκε στο σπίτι γιατί φοβήθηκε τον ενδεχόμενο έλεγχο και σύλληψη του από τους αστυνομικούς της Υποδιεύθυνσης Ασφάλειας Κατερίνης, οι οποίοι εκείνη την ώρα βρίσκονταν στην Καλλιθέα για άλλους υπηρεσιακούς λόγους .
Ο κατηγορούμενος είπε ότι σκόπευε να μάθει την αλήθεια και ενώ το θύμα παρέμενε δεμένο στον καναπέ της κατοικίας του, έκαναν μαζί χρήση διάφορων ναρκωτικών ουσιών και στη συνέχεια ξεκίνησε να το ρωτάει για τα συμβάντα του 2016 και τη σύλληψη του για καλλιέργεια 21 δενδρυλλίων κάνναβης.
«Σκοτώνω και την μάνα μου αν με πειράξει»
Όπως ανέφερε, όταν πλέον ο 45χρονος του αποκάλυψε ότι πράγματι αυτός ήταν που είχε δώσει την σχετική πληροφορία στο Τμήμα Δίωξης Ναρκωτικών Κατερίνης και ότι δεν είχε άλλη επιλογή, ο κατηγορούμενος θόλωσε, ξεκίνησε να πίνει τσίπουρο και να καπνίζει χασίς και κατόπιν χτύπησε το θύμα με κλοτσιές και με το κοντάκι του όπλου του. Στη συνέχεια οδήγησε το θύμα έξω από την κατοικία του, με ένα πανί στο στόμα για να μην φωνάζει, προκειμένου να τον πάει βόλτα με το αυτοκίνητο του, όπως χαρακτηριστικά εξήγησε. Ωστόσο ο κατηγορούμενος παραδέχτηκε ότι σκεφτόταν να τον σκοτώσει. Όταν έφτασαν στα κοιμητήρια, ο 59χρονος είπε ότι ζήτησε από τον 45χρονο να του πει έναν λόγο που τον έβλαψε παρότι μέχρι τότε είχαν αυτή την σχέση ενώ πρόσθεσε ότι ο 45χρονος κοίταζε ανάρμοστα την γυναίκα και την κόρη του.
«Ανέφερε δε ο κατηγορούμενος πως παρέμενε ανένδοτος στις νέες παρακλήσεις που του απεύθυνε εκείνη την στιγμή το θύμα και κατόπιν λέγοντας την φράση «μάχαιρα έδωσες και μάχαιρα θα λάβεις» τον σκότωσε. Στη συνέχεια έβαλε φωτιά στο πτώμα και πήρε το κινητό του θύματος μαζί του για να καλύψει τα ίχνη του θεωρώντας έτσι ότι είχε κάνει το τέλειο έγκλημα αλλά το κινητό έπεσε από την τρύπια τσέπη της καμπαρτίνας που φορούσε χωρίς να το αντιληφθεί. Εν τέλει, ο κατηγορούμενος σε ερώτηση που του απηύθυνε ο Ανακριτής αν γνώριζε τις συνέπειες της πράξης του απάντησε ότι δεν επρόκειτο να τον σταματήσουν οι ενδεχόμενες συνέπειες καθόσον επιθυμούσε να τιμωρήσει τον 45χρονο του οποίου ουδέποτε ξέχασε τη συμπεριφορά αλλά τον περίμενε για τέσσερα χρόνια ώσπου να επιστρέψει από το εξωτερικό, αναφέροντας χαρακτηριστικά την φράση: «Δεν ξεχνάω. Μπήκες στο σπίτι μου, έφαγες ψωμί και έλα να με πειράξεις. Σκοτώνω και τη μάνα μου αν με πειράξει»», αναγράφεται στο βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Κατερίνης.
Ψυχιατρική πραγματογνωμοσύνη
Στις 2 Αυγούστου 2021, όντας προσωρινά κρατούμενος, ο 59χρονος πήρε εξιτήριο από το Ψυχιατρείο Κρατουμένων Κορυδαλλού, με σύσταση ειδικής φαρμακευτικής αγωγής για ψυχοπαθητική διαταραχή προσωπικότητας. «Κατά τον χρόνο τέλεσης των αποδιδόμενων σε αυτόν πράξεων έπασχε από νοσηρή διατάραξη των πνευματικών λειτουργιών εξαιτίας χρόνιων σοβαρών καταστάσεων ψυχικής υγείας και μακροχρόνιας χρήσης ψυχοδραστικών ουσιών – αδυνατούσε να κατανοήσει πλήρως τον ανήθικο χαρακτήρα των αξιόποινων πράξεων του» σύμφωνα με την ψυχιατρική πραγματογνωμοσύνη.
Οι δικαστές του συμβουλίου, όμως, έκριναν ότι είχε επίγνωση της πράξης του και των συνεπειών της.
Κίνητρο της δολοφονίας του 45χρονου, όπως προέκυψε, ήταν η από ετών ανικανοποίητη έντονη επιθυμία του κατηγορούμενου να τον τιμωρήσει για τους λόγους που πίστευε και επανειλημμένα εξέθεσε απολογούμενος ενώπιον των προανακριτικών υπαλλήλων και του Ανακριτή Κατερίνης .
Πηγή: GRTIMES